Οι εσωτερικές πολιτικές συνθήκες που οδήγησαν στον καταστροφικό ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Οι διαδηλώσεις, οι μαξιμαλιστικοί στόχοι, η μαζική υστερία του κόσμου, ο υπερπατριωτισμός δίχως αντίκρισμα, που στα καλά καθούμενα κατασκεύασαν μια εθνική τραγωδία και ταπείνωση.
Ολόκληρο το 1896 και μέχρι την άνοιξη του 1897, η Αθήνα συνταρασσόταν από ένα πρωτοφανές κύμα διαδηλώσεων που παρέλυσε την πολιτική και κοινωνική ζωή της πρωτεύουσας. Τα συλλαλητήρια αυτά, στα οποία μετείχαν δεκάδες χιλιάδες κόσμου και που τους πρώτους μήνες του 1897 ήταν καθημερινά, κόπηκαν μαχαίρι με τον ατυχή ελληνοτουρκικό πόλεμο (5 Απριλίου – 8 Μαΐου 1897) που κατέληξε σε ντροπιαστική εθνική ήττα. Επρόκειτο για μια θλιβερή ιστορική περίοδο κατά την οποία η λογική εξέλειπε εντελώς από την χώρα, δίνοντας την θέση της στην δημαγωγία, την οχλοκρατία, την συνωμοσιολογία και τον ανεύθυνο λαϊκισμό.
Η ιστορική περίοδος διέθετε όλα τα χαρακτηριστικά που μπορούσαν να οδηγήσουν μια χώρα σε καταστροφή. Κανένας δεν ήθελε να τα δει. Η Ελλάδα είχε ήδη φαλιρίσει πριν τέσσερα χρόνια (Χαρίλαος Τρικούπης: Δυστυχώς επτωχεύσαμε) αλλά κανένας δεν τολμούσε να έρθει σε διακανονισμό με τους πιστωτές φοβούμενος την λαϊκή οργή. Το Κρητικό ζήτημα ήταν σε έξαρση, οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις εκπαιδεύονταν από Γερμανούς αξιωματικούς, ενώ ο ελληνικός στρατός ήταν ένα συνονθύλευμα από κακά οπλισμένους φαντάρους με άσχετους αξιωματικούς. Το 1894, δημιουργήθηκε από κατώτερους αξιωματικούς, πνευματικούς ανθρώπους, δημοσίους υπαλλήλους και Έλληνες του εξωτερικού η περιβόητη «Εθνική Εταιρεία».
Λειτουργώντας συνωμοτικά, υπηρετώντας δήθεν το υπέρτατο πατριωτικό καθήκον, καλλιεργώντας μια αχλή μυστηρίου για τις δυνατότητες της και ενσπείροντας απίστευτες φήμες που μόνο αφελείς θα μπορούσαν να πιστέψουν, η Εθνική Εταιρεία εκμεταλλεύτηκε την οργή και τα αδιέξοδα του λαού για να μεταβληθεί γρήγορα σε κράτος εν’ κράτει. Έχοντας με το μέρος της μεγάλο κομμάτι του τύπου της εποχής και με την αντιπολίτευση να συντάσσεται μαζί της, μέσω καθημερινών οχλοκρατικών εκδηλώσεων που διοργάνωνε στους δρόμους, εξώθησε την άπειρη και αδύναμη κυβέρνηση Δηλιγιάννη πρώτα σε στρατιωτική εμπλοκή στην Κρήτη και τελικά στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897.
Η «υπέρτατη αρχή» όπως ονόμαζε τον εαυτό της, καλούσε καθημερινά τον κόσμο σε συλλαλητήρια, θέτοντας ανόητους μαξιμαλιστικούς εθνικούς στόχους. Ζητούσε ελληνοτουρκικό πόλεμο και κατάληψη της Κρήτης, ενώ διέδιδε ότι είχε παγιδεύσει με εκρηκτικά την Κωνσταντινούπολη την οποία θα ανατίναζε ολόκληρη ή ότι είχε εισχωρήσει στο σαράι και όποτε ήθελε μπορούσε να σκοτώσει τον σουλτάνο. Όταν ο βασιλιάς Γεώργιος πήγε στην Γαλλία ψάχνοντας για διευθέτηση του Κρητικού ζητήματος, η «Εταιρεία» διέσπειρε φήμες ότι πήγε για να κάνει κόρτε στην διάσημη ηθοποιό Σάρα Μπερνάρ, αφήνοντας τα εθνικά ζητήματα στο έλεος τους. Βίαιες διαδηλώσεις συντάραξαν αμέσως την Αθήνα με κεντρικό σύνθημα, «Όχι εν’ Παρισίοις, αλλά εν’ Βάμω» υπονοώντας ότι ο Γεώργιος έπρεπε να βρίσκεται στην έδρα των επαναστατών στην Κρήτη κι όχι στις διπλωματικές πρωτεύουσες της Ευρώπης.
Χάος πραγματικό. Ο κόσμος, όσο περισσότερο συγκεντρωνόταν τόσο πιο πολύ παθιαζόταν, με αποτέλεσμα να ζει μέσα σε ένα σύννεφο εθνικού παραλογισμού. Δίχως να υπάρχει κανένας για να μιλήσει λογικά στους ανθρώπους και να τους βάλει φρένο, δημιουργήθηκε η πεποίθηση ότι αρκούσε μια έφοδος για να φθάσει η Ελλάδα μέχρι την Κωνσταντινούπολη. Επρόκειτο για μαζική υστερία. Ακόμα και όταν ο Δηλιγιάννης ανοήτως έστειλε τον ελληνικό στόλο να αποκλείσει την Κρήτη και αποβίβασε ελληνικό στρατό στο νησί, οι έξαλλοι διαδηλωτές ζητούσαν να βομβαρδιστούν αμέσως από τον στόλο οι τουρκικοί μαχαλάδες στο Ηράκλειο και τα Χανιά, αλλιώς η κυβέρνηση έπραττε προδοσία.
Όταν οι Μεγάλες Δυνάμεις ανέλαβαν την εποπτεία της Κρήτης και ζήτησαν αποχώρηση του ελληνικού στρατού που υπήρχε εκεί υπό τον Τιμολέοντα Βάσσο, οι διαδηλωτές δεν άφησαν περιθώριο υποχώρησης. Η κυβέρνηση και το Παλάτι φοβήθηκαν επανάσταση, τόσο άγρια ήταν τα πράγματα στους δρόμους. Η άρνηση της Ελλάδας να συμμορφωθεί, οδήγησε στον ελληνοτουρκικό πόλεμο. Αλλά για να μην υπάρξει η παραμικρή περίπτωση να αποφευχθεί ο πόλεμος, η Εθνική Εταιρεία έδωσε όπλα σε 2000 εθελοντές που είχε συγκεντρώσει στην ελληνοτουρκική μεθόριο και τους έβαλε να εισβάλλουν στην Τουρκία. Η «εισβολή των ατάκτων» όπως καταγράφηκε ιστορικά η τυχοδιωκτική αυτή κίνηση ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Οι Τούρκοι μας κήρυξαν τον πόλεμο και μέσα σε έναν μήνα είχαν φθάσει κοντά στην Λαμία, όπου τους σταμάτησαν οι Μεγάλες Δυνάμεις.
Η ήττα έφερε τον Οικονομικό Έλεγχο (την τρόικα της εποχής) που κράτησε ογδόντα ολόκληρα χρόνια. Η πολεμική αποζημίωση που απαίτησαν οι Τούρκοι ήταν πέραν πάσης φαντασίας, 94 εκατομμύρια χρυσά φράγκα. Την επομένη μέρα της ήττας κιόλας, ο λαός που ξημεροβραδιαζόταν στους δρόμους μίσησε την Εθνική Εταιρεία, καταλογίζοντας την ευθύνη για όσα συνέβησαν. Οι εφημερίδες που καλούσαν τον κόσμο να διαδηλώνει, το επόμενο πρωί τα έβαλαν ξανά με την κυβέρνηση επειδή ενέδωσε «εις τα αιτήματα του όχλου». Η αιώνια Ελλάδα…
Διαβάστε εδώ κι άλλες ιστορίες με την υπογραφή του Δημήτρη Καμπουράκη, στη στήλη Μία σταγόνα ιστορία.