Πολλές είναι οι ταινίες που κάνουν πρεμιέρα σήμερα (27.02.2025) στα σινεμά όλης της χώρας και οι φίλοι του κινηματογράφου έχουν πολλές επιλογές.
Η εντυπωσιακή επανάκαμψη της Πάμελα Άντερσον, φεστιβαλικές – λιγότερο ή περισσότερο – αξιόλογες ταινίες, θρίλερ, περιπέτειες και το σύνηθες animation, απαρτίζουν το παραφορτωμένο πρόγραμμα της εβδομάδας στους κινηματογράφους. Ξεχωρίζουν τα φιλμ «The Last Showgirl» της Τζία Κόπολα με την Πάμελα Άντερσον, «Βιττόρια» από τη Ναπολη και «Η Τζούλι μένει Σιωπηλή» από το Βέλγιο.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Επίσης, ανάμεσα στις δέκα συνολικά πρεμιέρες, προβάλλεται το υποψήφιο για Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας «Το Κορίτσι με τη Βελόνα», το ελληνικό «Λούλα LeBlanc» και η περιπέτεια εποχής «Γουλιέλμος Τέλλος».
The Last Showgirl
(“The Last Showgirl”) Δραματικό μιούζικαλ, αμερικάνικης παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Τζία Κόπολα, με τους Πάμελα Αντερσον, Κίρναν Σίπκα, Μπρέντα Σονγκ, Μπίλι Λουρντ, Ντέιβ Μπαουτίστα, Τζέιμι Λι Κέρτις κα.
Η επιστροφή της Πάμελα Άντερσον, της περίφημης σέξι ναυαγοσώστριας του «Baywatch», ως πρωταγωνίστριας έπειτα από 20 χρόνια – όχι ότι έκανε και τίποτα ιδιαίτερο στον κινηματογράφο – είναι ένα γεγονός, που θα μπορούσε να περάσει και απαρατήρητο. Η ταινία της Τζία Κόπολα, εγγονής του Φράνσις Φορντ Κόπολα, όμως, της δίνει το εφαλτήριο για μια πραγματικά αξιοπρόσεκτη ερμηνεία, να κερδίσει ένα στοίχημα που μάλλον κανείς δεν θα πίστευε ότι μπορούσε να βάλει.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Και αυτό γιατί μπορεί η υποκριτική της ικανότητα να είχε περιοριστεί σε τηλεοπτικές σαπουνόφουσκες, αλλά η 57χρονη πλέον Πάμελα, είναι μια συνειδητοποιημένη γυναίκα, έχει πετάξει το κόκκινο μαγιό, όπως και όλα αυτά τα καλούδια που καλλωπίζουν τις γυναίκες και αναδεικνύοντας τις ρυτίδες της, ξεγυμνώνεται πραγματικά σε μια καλογυρισμένη ταινία, το στόρι της οποίας εμμέσως την αφορά. Μια ιστορία για τις γυναίκες της βιομηχανίας του θεάματος, που η κοινωνία έχει εθιστεί να τις αποθεώνει όταν λάμπουν από ομορφιά και νιάτα και βεβαίως τέλειες αναλογίες και να τις απαξιώνει όταν συμβαδίζουν με την ηλικία τους, χάνοντας την εξωτερική τους λάμψη – λες και είναι διακοσμητικά αντικείμενα.
Η Σέλι, μία χορεύτρια σε ένα σόου του Λας Βέγκας, μετά από 30 χρόνια θα αναγκαστεί να επανεφεύρει τη ζωή της και την ίδια της την ύπαρξη, καθώς η παράσταση στην οποία δουλεύει πρέπει να κατέβει. Παρά την εμπειρία της, το σκληρό κόσμο του Βέγκας και των σόου, θα πρέπει να αντιμετωπίσει τη χαμένη της νεότητα και το θάμπωμα της ομορφιάς της. Ειδικά όταν ακούει από έναν σκηνοθέτη «αυτό που πουλούσες ήταν νεανικό και σέξι. Δεν είσαι τίποτα από τα δύο πια».
Σκηνοθετημένο με μελαγχολική γλυκύτητα το φιλμ θα επικεντρωθεί πάνω στη περσόνα της Σέλι, της γηραιότερης showgirl του Βέγκας, μίας δεινοσαύρου στο σύμπαν του θεάματος, που έχει ξεπεραστεί.
Η ταινία, έχει τις ατέλειές της, αλλά και την αφηγηματική δύναμη να φωτίσει τον κακομούτσουνο κόσμο του αμερικάνικου θεάματος, που πανέμορφα κορίτσια σαν την Πάμελα, τα χρησιμοποιεί, τα φτάνει ακόμη και στην κορυφή και με μιας τα στέλνει στον αγύριστο, όταν αυτά χάσουν τη σέξι λάμψη τους. Κορίτσια που θέλουν να πραγματοποιήσουν έστω και μια φορά το όνειρό τους, να κάνουν μία ερμηνεία για την οποία θα είναι υπερήφανες.
Ε, αυτή την ερμηνεία κάνει η Πάμελα, η οποία είναι συγκινητική χτίζοντας έναν τρυφερό χαρακτήρα, αληθινό, αστείο, πότε πότε σπαρακτικό και εν τέλει καθοριστικό για την αποτελεσματικότητα της ταινίας,
Μαζί της ένα αξιόλογο καστ, απ’ το οποίο ξεχωρίζει ο βαθιά ανθρώπινος Ντέιβ Μπαουτίστα και η Τζέιμι Λι Κέρτις στον ρόλο μίας γυναίκας, που από showgirl κατέληξε σερβιτόρα και εθισμένη στον τζόγο.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η Σέλι είναι μια χορεύτρια σε ένα σόου του Λας Βέγκας, που μετά από 30 ολόκληρα χρόνια στην σκηνή, καλείται να επανεφεύρει τη ζωή της και την ίδια της την ύπαρξη, όταν η παράσταση στην οποία δουλεύει θα κατέβει. Η λαμπερή της ομορφιά έχει θαμπώσει και τα νιάτα έχουν περάσει…
Βιττόρια
(“Vittoria”) Δραματική ταινία, ιταλικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Αλεσάντρο Κασίγκολι και Κέισι Κάουφμαν, με τους Μαριλένα Αμάτο, Λορέντζο Τσιάνο, Άννα Αμάτο, Βιντσέτζο Σκαρίκα κα.
Το σκηνοθετικό ντουέτο των Αλεσάντρο Κασίγκολι και Κέισι Κάουφμαν, με εμπειρία στο ντοκιμαντέρ, έρχεται τώρα και παρουσιάζει, με έναν πρωτότυπο τρόπο – ακόμη και για το σινεμά – μια ταινία μυθοπλασίας, βασισμένη σε αληθινή ιστορία, με την ακατανίκητη αναπαράσταση της ναπολιτάνικης ζωής και γλώσσας, πλημμυρισμένη από ζωντάνια και ρεαλισμό και κυρίως με πρωταγωνιστές τους ίδιους ανθρώπους που βίωσαν τα πραγματικά γεγονότα!
Το σκηνοθετικό δίδυμο, γνωρίζοντας την κομμώτρια Μαριλένα Αμάτο, κατά τη διάρκεια της προηγούμενης ταινίας τους «Californie», θα αξιοποιήσουν κινηματογραφικά την ιστορία της, που έχει στο επίκεντρο την εσωτερική ανάγκη μίας συζύγου και μητέρας τριών αγοριών να αποκτήσει μία κόρη, όπως βλέπει συνεχώς στα όνειρά της.
Μία απλή προσωπική ιστορία, που μεταμορφώνεται σε έναν πολυεπίπεδο καθρέφτη της ναπολιτάνικης εργατικής τάξης, ανατρέποντας τα στερεότυπα που την ακολουθούν, κατά την πορεία των γεγονότων, καθώς η υπαρξιακή αγωνία της ηρωίδας δίνει το έναυσμα για μία πολύπλοκη και διαρκώς παλλόμενη αφηγηματική εξέλιξη.
Η 40χρονη Τζασμίν έχει όλα όσα θα μπορούσαν να την κάνουν ευτυχισμένη. Έναν εργατικό και αφοσιωμένο σύζυγο, τρεις αξιαγάπητους γιους, μία υποστηρικτική αδελφή και ένα επιτυχημένο κομμωτήριο στη βιομηχανική περιοχή της Νάπολης. Μετά τον θάνατο του πολυαγαπημένου πατέρα της, όμως, στοιχειώνεται από ένα επαναλαμβανόμενο όνειρο, που θέλει να της στέλνει ο πατέρας της ένα ξανθό κοριτσάκι στην αγκαλιά της, γεμίζοντάς την απέραντη ευτυχία. Έτσι, η ιδέα να αποκτήσει μία κόρη γίνεται σταδιακά εμμονή και αποφασίζει να ακολουθήσει το όνειρό της, παρά τις δικαιολογημένες ενστάσεις του άντρα της και να προχωρήσει στη διαδικασία μίας υιοθεσίας, βουτώντας στο δαιδαλώδες γραφειοκρατικό και δαπανηρό σύστημα της διεθνούς νομοθεσίας περί υιοθεσίας και βάζοντας σε κίνδυνο τον γάμο της και τις σχέσεις της με την οικογένεια.
Η ταινία, που κέρδισε το ειδικό βραβείο στο φεστιβάλ της Βενετίας, πατά με σιγουριά στα πραγματικά γεγονότα, κρατά αποστάσεις από τις ταινίες τεκμηρίωσης και προτιμά να προσεγγίσει το θέμα της με δημιουργική ελευθερία, με έναν ανθρωποκεντρικό τρόπο, βγαλμένο από το σινεμά των αδελφών Νταρντέν. Προσεγγίζοντας τους χαρακτήρες με ευαισθησία και τρυφερότητα, το σκηνοθετικό δίδυμο, θα βγάλει γνήσια συναισθήματα, ενώ και το φυσικό σκηνικό της Τόρε Ανουντσιάτα (στα περίχωρα της Νάπολης) και η καθημερινότητα των απλών ανθρώπων στα συν της ταινίας.
Η αυθεντικότητα της ταινίας, στην οποία συμβάλλει και η ναπολιτάνικη διάλεκτος, αδιαμφισβήτητη. Όπως και ο πλούτος των συναισθημάτων της – εδώ, υπάρχει μία υπερβολή, που στοιχίζει στην ταινία – από την οδυνηρή προσωπική και οικογενειακή δοκιμασία μέχρι την άποψη ότι η αληθινή αγάπη μπορεί να σώσει τον κόσμο. Και ένα φινάλε που θα προκαλέσει ποταμούς δακρύων και θα χαρίσει την κάθαρση, τόσο στους ήρωες όσο και στους θεατές.
Ακόμη και οι ερμηνείες των ερασιτεχνών ηθοποιών αποτελούν ένα ακόμη προσόν για την ταινία, με τη ζωντάνια και την αλήθεια τους. Άλλωστε όπως είχε πει και ο μέγας Βιτόριο Γκάσμαν, «σε μια λαϊκή αγορά της Νάπολης θα βρεις περισσότερους και καλύτερους ηθοποιούς απ’ ότι σε όλο το Χόλιγουντ…»
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Μια μητέρα τριών αγοριών, παντρεμένη με έναν άντρα που την αγαπάει, ιδιοκτήτρια ενός πετυχημένου κομμωτηρίου, στη γεμάτη βουητό και ιστορίες Νάπολη, βασανίζεται από μια έντονη, σχεδόν ακατανόητη επιθυμία να αποκτήσει ένα κορίτσι, όπως βλέπει στα όνειρά της.
Η Τζούλι μένει Σιωπηλή
(“Julie keeps Quiet”) Δραματική ταινία, βελγικής και σουηδικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Λεονάρντο Βαν Ντελ, με τους Tέσα Βαν Ντεν Μπρεκ, Αλίσα Λορέτ, Νόα Λεκλού, Πιέρ Τζερβέ κα.
Ένα αθλητικό δράμα, διαφορετικό απ’ τα συνηθισμένα, που διερευνά με μοναδική ένταση και εξαιρετική ψυχολογική εμβάθυνση την κακοποίηση που έχει υποστεί μία μελλοντική σταρ του τένις και κυρίως την επιλογή της να μείνει σιωπηλή.
Ο νεαρός Βέλγος σκηνοθέτης Λεονάρντο Βαν Ντελ, στο ντεμπούτο του αυτό (ειδικό βραβείο στο Τμήμα 15μερο σκηνοθετών στις Κάννες), θα καταφέρει να παραδώσει ένα δράμα που έρχεται από τον πραγματικό κόσμο, καταπιάνεται με τις σχέσεις των δυο φύλων, το σεξ ως μέσω εξουσίας στον αθλητισμό ή οπουδήποτε αλλού και βεβαίως για τη βαναυσότητα του πρωταθλητισμού.
Η Τζούλι είναι μία ανερχόμενη αθλήτρια, το κορυφαίο ταλέντο, σε μία πολυτελή ακαδημία τένις, όταν ο προπονητής της απομακρύνεται και στη συνέχεια απολύεται μετά την αυτοκτονία μίας νεαρής τενίστριας. Όλοι στο κλαμπ καλούνται να καταθέσουν για να προσπαθήσουν να καταλάβουν τι έχει συμβεί, αλλά η Τζούλι αποφασίζει να μείνει σιωπηλή, κάτι που θα προκαλέσει αίσθηση. Χωρίς την συγκατάθεσή της, γνωστοί και άγνωστοί της αρχίζουν να «γράφουν» την ιστορία της, επινοούν πράγματα και είναι έτοιμοι να την κατασπαράξουν ηθικά. Η αφωνία της δίνει το δικαίωμα για κάθε είδους ερμηνεία, ενώ η ίδια διατηρεί τη δύναμή της μόνο για το άθλημά της και τίποτα άλλο.
Τα αριστοτεχνικά αλλεπάλληλα πλάνα με την απόκοσμη ησυχία, που αφήνει μετέωρο το γεγονός της αυτοκτονίας μίας αθλήτριας που δεν άντεξε τον ανταγωνισμό, τις πιέσεις και τον ρόλο του προπονητή, ανεβάζει την ένταση, με τις ζωηρές σκηνές του αθλήματος, τον χτύπο της ρακέτας πάνω στο μπαλάκι, όπως και τους σφυγμούς σε κάθε θεατή. Κάθε πλάνο, με ακρίβεια χιλιοστού, ζυγίζει το βάρος της σιωπής και της πίεσης που νιώθει η Τζούλι όσο εκείνη προβάλει κάτι από την πραγματική διάσταση του τραύματος, που προσπαθεί να επουλώσει.
Η ταινία, στην παραγωγή της οποίας βρίσκονται τα αδέλφια Νταρντέν, δημιουργεί μία έξοχη ατμόσφαιρα, παίρνοντας φως από τον μάστορα της φωτογραφίας Νίκο Καρακατσάνη, ενώ η νατουραλιστική ερμηνεία της τενίστριας Τέσα φαν ντερ Μπρουκ (στην πρώτη της κινηματογραφική εμφάνιση) είναι σημαντική για τη διαπεραστική αποτελεσματικότητα της ιστορίας, που ορισμένες φορές σφίγγει το στομάχι και προκαλεί απορίες – πολλές φορές άλυτες – για τον σύγχρονο δυτικό κόσμο.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η νεαρή Τζούλι, κορυφαία αθλήτρια σε μια ακαδημία τένις, έχει οργανώσει τη ζωή της σαν καλοκουρδισμένο ρολόι γύρω από το άθλημα που αγαπά. Όταν ο προπονητής της βρίσκεται κατηγορούμενος υπό έρευνα και τίθεται σε διαθεσιμότητα, όλοι οι συναθλητές της ενθαρρύνονται να μιλήσουν. Η Τζούλι ωστόσο αποφασίζει να μείνει σιωπηλή.
Το Κορίτσι με τη Βελόνα
(“The Girl with the Needle”) Δραματική ταινία, δανέζικης, σουηδικής και πολωνικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Μάγκνους Βαν Χορν, με τους Bικ Κάρμεν Σόνε, Τρίνε Ντίρχολμ, Άρι Αλεξάντερ κα.
Βαρύ δράμα, απ’ αυτά που δύσκολα βλέπεις κάποιο φωτάκι διαφυγής, είναι τούτο το ψυχοβγαλτικό φιλμ, του Πολωνού-Σουηδού Μάγκνους Βαν Χορν, με το οποίο διαγωνίστηκε στο φεστιβάλ των Καννών, ενώ προτάθηκε και για το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας.
Ένας πραγματικός εφιάλτης, γυρισμένος σε εξπρεσιονιστική ασπρόμαυρη φωτογραφία, που εντείνει τη ζοφερότητα των όσων αφηγείται, μίας πραγματικής ιστορίας που διαδραματίστηκε στις αρχές του 20ου αιώνα στη Δανία και αφορούσε τη δολοφονία βρεφών.
Λίγο μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Κάρολιν, μία νέα κοπέλα, προσπαθεί να επιβιώσει στη Δανία, που θυμίζει γοτθικό εφιάλτη και ένα από τα πιο εχθρικά μέρη στον κόσμο για μια γυναίκα. Η Κάρολιν έχει ξεμείνει από άντρα, θύμα του πολέμου, δεν έχει χρήματα, για τα στοιχειώδη και αναγκάζεται να πέσει στην αγκαλιά του αφεντικού της, για να εγκαταλειφθεί και πάλι, σε χειρότερη κατάσταση, καθώς δεν έχει στέγη και ένα μωρό στην κοιλιά της. Η γνωριμία της με μια γυναίκα, που θα τη βοηθήσει να βρει ανάδοχη οικογένεια για το μωρό της, θα είναι καθοριστική για τη ζωή της, πιστεύοντας αρχικά ότι βρήκε μια οικογένεια, τη γυναικεία αλληλεγγύη. Όμως, τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται και η Κάρολιν θα βυθιστεί και πάλι σε ένα χειρότερο εφιάλτη.
Ο 40χρονος σκηνοθέτης, που μας είχε παρουσιάσει πριν πέντε χρόνια τον «Ιδρώτα», ακόμη μία ταινία για τη γυναικεία χειραφέτηση, αυτή τη φορά θα πάει τα πράγματα στα άκρα, για να αναδείξει τη δυσχερή θέση της γυναίκας, σε έναν πατριαρχικό κόσμο, ταξικής ανισότητας και ερωτικής εκμετάλλευσης. Και ιδιαίτερα μετά τον όλεθρο ενός Μεγάλου Πολέμου, όταν η φρίκη πλέον περνά στα χέρια των αδυνάτων και κυρίως των πιο ευάλωτων όπως οι γυναίκες.
Και όλα αυτά ενώ η ηρωίδα του δεν γίνεται ποτέ συμπαθητική στα μάτια του θεατή και το δράμα ξεπερνά τα όρια, προκαλώντας μία δυσφορία, που από ένα σημείο και μετά γίνεται ανυπόφορη έως και γκροτέσκα, καθώς δεν μπορεί να πείσει για την εφιαλτική αρρωστημένη ατμόσφαιρα, τα δεινά των γυναικών και τη διάχυτη μιζέρια των όσων βλέπουμε στην οθόνη.
Ακόμη και ορισμένες πράγματι έξοχες σκηνές, χάνονται κάτω από την αφηγηματική αμετροέπεια και τη θέληση του σκηνοθέτη να τυραννήσει τον θεατή, με πλάνα που δοκιμάζουν την αντοχή του και αυτός δικαιολογημένα να αρχίσει να κοιτά ενστικτωδώς προς την έξοδο, τουλάχιστον να έχει μια σιγουριά ότι μπορεί να βγει, να διαφύγει, να αναπνεύσει.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Λίγο πριν από το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η Καρολόνε προσπαθεί να επιβιώσει σε μια Δανία σε σήψη. Η γνωριμία της με μια γυναίκα που θα τη βοηθήσει να βρει μια ανάδοχη οικογένεια για το μωρό της, θα αποβεί καθοριστική.
Λούλα LeBlanc
Δραματική κομεντί, ελληνικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Στέργιου Πάσχου, με τους Θανάση Παπαγεωργίου, Μισέλ Βάλεϊ, Δανάη Νίλσεν, Έλενα Τοπαλίδου, Τάκη Βαμβακίδη, Μαρία Κοραχάη κα.
Με τα μικρά της ζωής, που μεγεθύνονται και καθορίζουν την ιστορία των ανθρώπων, καταπιάνεται σε τούτη δω την τρίτη ταινία του, έπειτα από τα ενθαρρυντικά αλλά άνισα φιλμ «Άφτερλωβ» και «Ο Τελευταίος Ταξιτζής», ο Στέργιος Πάσχος. Η βιαστική ενηλικίωση, η καθυστερημένη αποδοχή της μέσης ηλικίας και το μελαγχολικό κλείσιμο του κύκλου της ζωής, απασχολούν τον Πάσχο, που δείχνει να έχει ξεπεράσει τις γνώριμες «παιδικές ασθένειες» του ελληνικού σινεμά και με ωριμότητα, αποδεικνύει ότι μπορεί να προσεγγίσει το στόρι του, με απλότητα, αυτοπεποίθηση και την απαραίτητη προσήλωση για μια δραμεντί, χωρίς να απλώνεται σε διαφορετικά κινηματογραφικά ήδη και φόρμες που κατακερματίζουν το ταλέντο του.
Βρισκόμαστε στα 1999. Ο παππούς της νεαράς Μαργαρίτας, που του είχε αδυναμία, πεθαίνει. Το κορίτσι αρνείται να πάει στο χωριό για την κηδεία, παρά την επιμονή της γιαγιάς της, του πρακτικού μπαμπά της και της κουρασμένης με όλα μαμάς της, που περνά τη δική της απογοήτευση στον γάμο της. Η Μαργαρίτα, θα παραμείνει στην Αθήνα. Άλλωστε, είχε κανονίσει ένα πάρτι στο σπίτι της, μαζί με την στενή της φίλη και μια στοίβα δίσκους. Όσο η Μαργαρίτα κάνει το πρώτο ερωτικό της βήμα προς την ενηλικίωση, θα γυρίσουμε πίσω, όταν ο παππούς της ήταν ακόμη ζωντανός και περνούσε μια βραδιά με παλιούς φίλους και ανάμεσά τους η Λούλα, ο παλιός του έρωτας, που τώρα δεν θυμάται τίποτα από το παρελθόν.
Ο ρομαντισμός πλημμυρίζει την ταινία, θυμίζοντάς μας όσα έχουμε ζήσει, με τις οικογενειακές μαζώξεις, τους έρωτες και τους χωρισμούς, την αγάπη για τους παππούδες, τις κόντρες με τις μαμάδες, τη σχεδόν ανόητη αμηχανία των αγοριών και τις γυναίκες που ονειρευόμαστε. Και ταυτόχρονα με μια νοσταλγία που προσπαθεί να ψηλαφίσει τον χρόνο, μέσα και από σουρεαλιστικές πινελιές, χωρίς, ωστόσο, να επιχειρείται ο εντυπωσιασμός και η διάθεση για επιβεβαίωση – σαφές δείγμα ανασφάλειας πολλών δημιουργών. Ένα φιλμ με μεράκι απλό και ταπεινό, που οι υπαρξιακοί του προβληματισμοί αν και ευδιάκριτοι, παραμένουν στον ίσκιο των οικείων χαρακτήρων, ενώ στα θετικά της ταινίας είναι και οι σχολιασμοί για την εποχή εκείνη, όταν η χώρα ζούσε ανέμελα μη γνωρίζοντας ότι είχε υποθηκευθεί το μέλλον της.
Ο Πάσχος δείχνει σίγουρος και παρά τις ατέλειες στον ρυθμό της ταινίας ή κάποιες αφηγηματικές γκριζάδες, παραδίδει ένα αξιοπρόσεκτο ανοιχτόκαρδο φιλμ, εμπιστευόμενος και μια σειρά από εξαίρετους ηθοποιούς, όπως την Μισέλ Βάλεϊ, την διάφανη Λούλα της ιστορίας και βεβαίως το θαυμαστό δίδυμο των Θανάση Παπαγεωργίου και Τάκη Βαμβακίδη, που καταφέρνουν με την υποκριτική τους δεινότητα να μας μαγέψουν, θυμίζοντας εντόνως κάτι από το μεγαλείο των Ελλήνων ηθοποιών.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Αλέκος είναι νεκρός. Η έφηβη εγγονή του, η Μαργαρίτα, αρνείται πεισματικά να πάει στην κηδεία και εκμεταλλεύεται την απουσία των γονιών της για να οργανώσει ένα αυτοσχέδιο πάρτι στο σπίτι.
Γουλιέλμος Τέλλος
(“William Tell”) Περιπέτεια εποχής, βρετανικής και ιταλικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Νίκ Χαμ, με τους Κλάες Μπανγκ, Κόνορ Σουίντελς, Γκολσιφτέ Φαραχανί, Τζόνα Χάουερ-Κινγκ, Εμιλι Μπίτσαμ, Τζόναθαν Πράις, Μπεν Κίνγκσλεϊ κα.
Επική περιπέτεια γύρω από τον μύθο του Γουλιέλμου Τέλλου, γυρισμένη συμβατικά αλλά με κάποια επάρκεια από τον Νικ Χαμ, που δεν μας έχει προσφέρει και ιδιαίτερες συγκινήσεις κατά τη σκηνοθετική του πορεία.
Με ιστορικό περίβλημα, το φιλμ, που βασίζεται στο κλασικό ομώνυμο θεατρικό έργο του Φρίντριχ Σίλερ, διαθέτει όλα τα συστατικά του είδους: ηρωισμούς, προδοσίες, δράματα, δράση, αγάπη, μάχες κατά των κατακτητών και βεβαίως δεν λείπει η περίφημη σκηνή με τον Γουλιέλμο Τέλο να σημαδεύει το μήλο πάνω στο κεφάλι του γιου του.
Καθώς τα έθνη της μεσαιωνικής Ευρώπης συγκρούονται για την κυριαρχία, η Αυστριακή Αυτοκρατορία εξαπολύει μια εκστρατεία για να υποτάξει την ελεύθερη Ελβετία. Η βαναυσότητα των επίδοξων κατακτητών απέναντι στο χωριό και την οικογένεια του, ωθούν τον φιλήσυχο χωρικό και δεινό τοξοβόλο Γουλιέλμο Τέλλο στα όριά του. Εξοπλισμένος με τη φλόγα της οργής και τη βαλλίστρα του, μετατρέπεται σε θρύλο, εμπνέοντας ένα ολόκληρο έθνος να αντισταθεί στον εισβολέα και να διεκδικήσει την ελευθερία του.
Η ταινία δεν διεκδικεί βεβαίως δάφνες για κάτι ξεχωριστό, αλλά όλα τα στοιχεία για μια αξιοπρεπή περιπέτεια εποχής φανερώνονται πάνω στη μεγάλη οθόνη – το μόνο που λείπει είναι κάποιες χιουμοριστικές ανάσες, ενώ φροντισμένη είναι η παραγωγή, που διαθέτει τεχνική αρτιότητα και καλοφτιαγμένα σκηνικά και κοστούμια.
Στα θετικά αυτής της δίωρης χορταστικής περιπέτειας και το πολυπρόσωπο καστ, του οποίου ηγείται ο ικανός Κλάες Μπανγκ, ενώ φυσικά δεν περνούν απαρατήρητοι η γοητευτικότατη Γκολσιφτέ Φαραχανί και ο βετεράνος καρατερίστας Τζόναθαν Πράις, στην ολιγόλεπτη παρουσία του.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η ιστορία του Γουλιέλμου Τέλου, που η βαναυσότητα των κατακτητών στο χωριό του, τον κάνουν έναν θρυλικό ήρωα, εμπνέοντας με τους ηρωισμούς του ένα ολόκληρο έθνος να αντισταθεί στον εισβολέα και να διεκδικήσει την ελευθερία του.
Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες:
Τελευταία Ανάσα
(“Last Breath”) Θρίλερ, αμερικάνικης και βρετανικής παραγωγής του 2025, απ’ αυτά που σε κάνουν να κρατήσεις την αναπνοή σου μέχρι την επόμενη σκηνή, γυρισμένο από τον Άλεξ Πάρκινσον, που ξαναγυρίζει ως μυθοπλασία το ντοκιμαντέρ του, που είχε προβληθεί σε γνωστή πλατφόρμα πριν πέντε χρόνια και είχε κάνει μεγάλη επιτυχία. Μια ταινία, με όλα τα χαρακτηριστικά ενός υποθαλάσσιου θρίλερ, βασισμένη σε αληθινή ιστορία και πρωταγωνιστές τους Γούντι Χάρελσον, Σίμου Λιου, Φίν Κόουλ, Κλιφ Κέρτις κα. Μια ομάδα έμπειρων δυτών παλεύουν με τα μανιασμένα κύματα για να σώσουν έναν σύντροφό τους, που έχει παγιδευτεί στα βάθη του ωκεανού.
Τετράποδες Αποστολές
(“Gracie and Pedro: Mission Impossible”) Συμπαθητική παιδική ταινία κινουμένων σχεδίων για τη δύναμη και τη σημασία της φιλίας, με ήρωες μια καθαρόαιμη σκυλίτσα και έναν θρασύ γάτο του δρόμου, που ενώνουν τις δυνάμεις τους για να επιστρέψουν στην οικογένεια που έχασαν. Ψηφιακό animation από τους Κέβιν Ντόνοβαν και Γκότφριντ Ρουτ, σε αμερικάνικη παραγωγή 2024, που επαναφέρει χαλαρά τον μύθο της «Λαίδη και του Αλήτη». Η ταινία προβάλλεται μεταγλωττισμένη στα ελληνικά.
Μυστικό Δίκτυο
(“Alarum”) Αμερικάνικη περιπέτεια, που θα ήθελε να είναι δυναμικής δράσης, αλλά δεν είναι, θα ήθελε να είναι ιντριγκαδόρικη, αλλά ούτε στα όνειρα του σκηνοθέτη της Μάικλ Πόλις, παρότι η σκηνοθεσία του δημιουργεί μία υπνηλία. Περισσότερο, όμως, μία αποτυχημένη ταινία για την τόνωση της καριέρας του του Σκοτ Ίστγουντ, ενός όμορφου ηθοποιού, που όμως δεν έχει και πολλά ερμηνευτικά κοινά με τον πατέρα του, τον θρυλικό Κλιντ Ίστγουντ. Στην εντελώς αδιάφορη αυτή περιπέτεια συμπρωταγωνιστεί και ο Σιλβέστερ Σταλόνε – περιέργως χωρίς τους γνώριμους βρυχηθμούς του, που έρχεται μάλλον να βάλει λίγη πλάτη στην καριέρα του Σκοτ Ίστγουντ, όπως είχε κάνει στο πρόσφατο «Dangerous» και ο Μελ Γκίμπσον. Ένα ζευγάρι κατασκόπων αποσύρεται, παντρεύεται και θέλει να ζήσει ήσυχα σε ένα δάσος, αλλά όλα ανατρέπονται όταν δεχθούν επίθεση από διάφορες υπηρεσίες πληροφοριών, που αναζητούν έναν σκληρό δίσκο.
Το Νησί της Αφροδίτης
Η ταινία του Γιώργου Σκαλενάκη σε επανέκδοση 55 χρόνια από την πρεμιέρα της, στην οποία κυριαρχεί η μορφή της βραβευμένης με Όσκαρ, Κατίνας Παξινού, στη μοναδική της εμφάνιση σε ελληνική παραγωγή. Βασισμένη στο θεατρικό έργο του Αλέξη Πάρνη, η ταινία καταγράφει την προσπάθεια μιας ομάδας αγωνιστών στην Κύπρο να απελευθερώσει τον αρχηγό της, που συνελήφθη από τις δυνάμεις κατοχής, κατηγορείται ως τρομοκράτης και καταδικάζεται σε θάνατο δι’ απαγχονισμού.
Στο φιλμ, που καταγγέλλει την αποικιοκρατία και την αγριότητα των δυνάμεων κατοχής, παίζουν και οι Ζωρζ Σαρρή, Αν Λόνμπεργκ, Αγγελος Αντωνόπουλος, Σταύρος Ξενίδης, Κώστας Μεσσάρης κα.