Το αμερικανικό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) παρουσίασε στοιχεία από έρευνα που διεξάγεται στο Ισραήλ και τη Βρετανία σε σχέση με τη διάρκεια της αποτελεσματικότητας της αναμνηστικής δόσης του εμβολίου για τον κορονοϊό.
Η έρευνα έδειξε οτι η προστασία από την ανάγκη νοσηλείας σε ΜΕΘ μειώθηκε από 69% εντός δύο μηνών από τη δεύτερη δόση σε 37% μετά από πέντε μήνες ή περισσότερο. Οι ενισχυτικές λήψεις επανέφεραν τα επίπεδα προστασίας στο 87%.
Ωστόσο η προστασία από την ανάγκη νοσηλείας σε ΜΕΘ μειώθηκε στο 66% μέσα σε τέσσερις ή πέντε μήνες και σε μόλις 31% μετά από πέντε ή περισσότερους μήνες από τη λήψη της τρίτης δόσης. Η τελευταία εκτίμηση ενδεχομένως να μην είναι αξιόπιστη επειδή λίγοι άνθρωποι έχουν λάβει ενισχυτική δόση πριν από περισσότερους από πέντε μήνες, και έτσι τα δεδομένα είναι περιορισμένα, τονίζουν οι ερευνητές.
«Μπορεί να υπάρξει ανάγκη για άλλη μια δόση – σε αυτήν την περίπτωση, μια ενισχυτική τέταρτη δόση για ένα άτομο που λαμβάνει εμβόλιο mRNA – αυτό ενδεχομένως να βασίζεται σε ηλικιακά κριτήρια ή στα υποκείμενα νοσήματα», δήλωσε την Τετάρτη στους δημοσιογράφους ο δρ Anthony S. Fauci, κορυφαίος σύμβουλος της κυβέρνησης Μπάιντεν για την Covid.
Δημόπουλος: Δεν είναι απαραίτητη η τέταρτη δόση στον γενικό πληθυσμό
Ο πρύτανης του ΕΚΠΑ, Θάνος Δημόπουλος, πάντως επεσήμανε στο MEGA: “Όλοι οι επίσημοι φορείς έως σήμερα συστήνουν την 4η δόση σε ειδικές κατηγορίες ασθενών. Σε αυτή τη φάση δεν υπάρχει ένδειξη για 4η δόση στον γενικό πληθυσμό. Οδεύουμε στην βελτίωση και του καιρού, αυξανεται η ανοσία των πολιτών με την ολοκλήρωση του εμβολιασμού τους. Όλα αυτά, φυσικά, εάν δεν προκύψει κάποιο νέο στέλεχος που ενδεχομένως να φέρει αλλαγες στον χάρτη. Προϋπόθεση ωστόσο αποτελεί, έαν παραμένουν πολυπληθή κράτη με μειωμένα ποσοστά εμβολιασμού. Τα νέα εμβόλια, που είναι πρωτεϊνικής διαδικασίας και τα οποία δεν χρειάζονται ειδικές συνθήκες συντήρησης, είναι το νέο στοιχείο και επιπρόσθετα, να αυξηθεί η πρόσβαση σε εμβόλια σε όλον τον κόσμο”.
“Τα δεδομένα λένε ότι η 3η δόση μειώνει την πιθανότητα νόσησης κατά 50%, ενώ την πιθανότητα βαριάς νόσησης στο 90%. Όσο αφορά στα νοσοκομεία, έχουμε το εξής φαινόμενο. Στις αίθουσες COVID νοσηλεύονται ασθενείς που έχουν παθολογικά προβλήματα άσχετα με τον κορωνοϊό, οι οποίοι στον έλεγχο βρίσκονται θετικοί. Η πίεση στο ιατρονοσηλευτικό προσωπικό παραμένει έστω και αν η βαρύτητα των περιστατικών που οφείλονται αμιγώς στην Covid- 19 μπορεί να είναι ηπιότερη”, πρόσθεσε.
“Ελπίζουμε στην μείωση των θανάτων πολύ σύντομα”, κατέληξε στις δηλώσεις του ο κ. Δημόπουλος.