Η δακρυoαδενίτιδα είναι μία ασυνήθιστη και σπάνια διαταραχή των ματιών, που χαρακτηρίζεται από διόγκωση τους ενός ή και των δύο δακρυϊκών αδένων λόγω φλεγμονής (στις περισσότερες περιπτώσεις στον έναν από τους δύο αδένες).
Το μέγεθος των αδένων είναι σχεδόν όσο ένα αμύγδαλο, από τους οποίους παράγονται τα δάκρυα και ένας τυχόν ερεθισμός στους μεγάλους δακρυϊκούς αδένες, μπορεί να οδηγήσει σε φλεγμονή και διόγκωσή τους.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Αν και δεν υπάρχει ακριβής καταγραφή, μελέτη έχει υπολογίσει ότι 1 στους 10 οφθαλμικούς ασθενείς μπορεί να εμφανίσουν δακρυοαδενίτιδα κατά τη διάρκεια της ζωής τους.
«Η ενόχληση από τη φλεγμονή μπορεί να είναι παροδική ή επίμονη, όμως αν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα και σωστά, υπάρχει η πιθανότητα να εξελιχθεί σε μια σοβαρή νόσο που θα προκαλέσει βλάβη στον οφθαλμό του ασθενούς», επισημαίνει η Δήμητρα Πορτάλιου Χειρουργός Οφθαλμίατρος – Οφθαλμοπλαστικός, Διευθύντρια της Β’ Οφθαλμολογικής Κλινικής στο Metropolitan Hospital και συνεχίζει μ’ όσα συνδέονται με αυτή τη σπάνια, αλλά σοβαρή πάθηση των ματιών:
Μορφές της δακρυοαδενίτιδας
«Η δακρυοαδενίτιδα διακρίνεται σε οξεία και χρόνια λέει και εξηγεί την κάθε μορφή.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
• Οξεία δακρυοαδενίτιδα, έχουμε όταν εκδηλώνεται μέσα σε λίγες ώρες ή ημέρες, από τη μια πλευρά, μόνο με έντονα συμπτώματα, όπως πόνο, ερυθρότητα, οίδημα επιπεφυκότα, διόγκωση του πάνω βλεφάρου, πυώδεις εκκρίσεις, ενώ μπορεί να συνυπάρχουν σημεία λοίμωξης από το ανώτερο αναπνευστικό, πυρετός, διόγκωση των παρωτίδων και διογκωμένοι λεμφαδένες.
• Χρόνια δακρυοαδενίτιδα, έχουμε όταν η διόγκωση διαρκεί για περισσότερο από ένα μήνα και στις δύο πλευρές. Η συμπτωματολογία δεν είναι έντονη, δεν υπάρχει πόνος, αλλά μπορεί να υπάρχουν συμπτώματα ξηροφθαλμίας. Ωστόσο, σε πολύ σοβαρές περιπτώσεις ο δακρυϊκός αδένας ενδέχεται να προβάλλει έξω από το βλέφαρο στην έξω πάνω μεριά του ματιού».
Ποια αίτια προκαλούν τη δακρυοαδενίτιδα;
Η διαταραχή των δακρυοαδένων συνήθως προκαλείται είτε από φλεγμονή είτε από αυτοάνοση ασθένεια (όπως η νόσος Graves του θυρεοειδή αδένα) είτε μπορεί να υποκρύπτει κάποια κακοήθεια όπως το λέμφωμα. Όταν εμφανίζεται απροσδόκητα, συνήθως η αιτία είναι λοίμωξη από βακτήριο ή ιό. Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, η λοίμωξη μπορεί να προκληθεί και από μύκητες ή παράσιτα.
Σε ακόμα σπανιότερες περιπτώσεις, όπως αναφέρεται στην ιατρική βιβλιογραφία (υπάρχουν ελάχιστες αναφορές), ο κορωνοϊός SARS-CoV-2 μπορεί να είναι ο παράγοντας που προκαλεί τη φλεγμονή.
Συμπτώματα της δακρυoαδενίτιδας
«Η φλεγμονή στον δακρυϊκό αδένα μπορεί να προκαλέσει οίδημα γύρω από την άνω, εξωτερική γωνία του ματιού, προκαλώντας πτώση του βλεφάρου, δακρύρροια, διογκωμένους λεμφαδένες κοντά στο αυτί, κοκκίνισμα του ματιού και αίσθημα καύσου. Οι ασθενείς, επίσης, μπορεί να αισθάνονται πόνο όταν κινούν το προσβεβλημένο μάτι. Ενδέχεται, να υπάρχει εκχύμωση με αντίστοιχο υπόσφαγμα στον επιπεφυκότα του ματιού.
Συνήθως, η δακρυοαδενίτιδα δεν επηρεάζει την όραση. Ωστόσο, σε περιπτώσεις όπου το οίδημα είναι αρκετά μεγάλο και πιέζει το μάτι, μπορεί να προκαλέσει διαταραχή και σε αυτή τη λειτουργία ή και διπλωπία. Αν παρατηρήσετε ασυνήθιστες αλλαγές στο ένα ή και στα δύο μάτια, όπως πόνο, πρήξιμο ή αλλαγή στο χρώμα, συνιστάται να επισκεφθείτε το γιατρό σας.
Επίσης αν παρατηρήσετε αιφνίδια μείωση ή απώλεια όρασης, γρήγορη επιδείνωση του οιδήματος στο μάτι, έντονο πόνο ή/και αρχίσετε να βλέπετε «φωτάκια» ή «μυγάκια» στο οπτικό πεδίο σας, πρέπει να επισκεφθείτε άμεσα το γιατρό για να σταματήσει την εξέλιξη της νόσου» τονίζει η κ. Πορτάλιου.
Πώς γίνεται η διάγνωση;
«Η διάγνωση της δακρυοαδενίτιδας μπορεί να γίνει με βάση το ιατρικό ιστορικό και την κλινική εξέταση. Στην περίπτωση που ο ασθενής έχει λάβει κορτικοστεροειδή πριν γίνει η εξέταση, η κορτιζόνη μπορεί να σταθεί ανασταλτικός παράγοντας στην εύρεση κρίσιμων κλινικά ευρημάτων της πάθησης, κυρίως του πρηξίματος και της διόγκωσης των συναφών λεμφαδένων.
Επίσης, μπορεί να χρειαστούν εξετάσεις αίματος, για να ελεγχθούν διάφοροι δείκτες της φλεγμονής. Ενώ παράλληλα, μπορεί να ζητηθεί βιοψία στον δακρυϊκό αδένα, για να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ύπαρξης όζου στο εσωτερικό του, αλλά και να πραγματοποιηθούν απεικονιστικές εξετάσεις, όπως αξονική και μαγνητική τομογραφία» αναφέρει.
Πώς αντιμετωπίζεται και σε πόσο διάστημα υποχωρεί η δακρυοαδενίτιδα;
«Όταν η δακρυοαδενίτιδα είναι οξεία, ενδέχεται να απαιτούνται αντιιικά φάρμακα ή αντιβιοτικά για βακτηριακές λοιμώξεις. Είναι ζωτικής σημασίας οι ασθενείς να παίρνουν τα φάρμακα που τους συνιστά ο οφθαλμίατρος με συνέπεια και για όσο διάστημα απαιτείται.
Ακόμα και αν τα συμπτώματα εξασθενήσουν ή εξαφανιστούν εντελώς, δεν πρέπει να διακόψουν τη θεραπεία πρόωρα, καθώς υπάρχει κίνδυνος υποτροπής. Πιθανότατα, σε μια δεύτερη υποτροπή, η λοίμωξη να είναι πιο έντονη από ό,τι αρχικά.
Η αντιμετώπιση της χρόνιας δακρυοαδενίτιδας συνήθως εξαρτάται από τον έλεγχο της υποκείμενης αυτοάνοσης πάθησης. Ο γιατρός μπορεί να συνταγογραφήσει και κορτικοστεροειδή φάρμακα (κορτιζόνη) για να αντιμετωπιστεί η φλεγμονή και το οίδημα στο μάτι. Ανεξάρτητα από το αν η δακρυοαδενίτιδα είναι οξεία ή χρόνια, ο ασθενής μπορεί να κάνει και επιπλέον κινήσεις για να ανακουφιστεί, όπως ανάπαυση των ματιών και χρήση ζεστών επιθεμάτων (κομπρέσες) καθώς και χρήση αναλγητικών.
Ο οφθαλμίατρος θα δώσει οδηγίες σχετικά με το πόσο συχνά και πόσο καιρό πρέπει να χρησιμοποιούνται τα ζεστά επιθέματα», διευκρινίζει η ειδικός και προσθέτει: «Τυπικά, η οξεία δακρυοαδενίτιδα υποχωρεί πλήρως σε 4-6 εβδομάδες, ωστόσο η χρόνια μπορεί να υπομείνει και να υποτροπιάζει. Η πρόοδος της ανάρρωσης εξαρτάται από την έγκαιρη έναρξη της θεραπείας, την αιτία της λοίμωξης και την υφιστάμενη κατάσταση της υγείας».
Υπάρχει περίπτωση νοσηλείας από δακρυαδενίτιδα;
«Εάν η θεραπεία καθυστερήσει ή δεν εφαρμοστεί σωστά, υπάρχει κίνδυνος να αναπτυχθεί απόστημα στο μάτι ή φλεγμονή στα κύτταρα (κυτταρίτιδα). Σε τέτοιες περιπτώσεις, ο ασθενής πρέπει να τεθεί υπό στενή παρακολούθηση στο νοσοκομείο και να λάβει ενδοφλέβια αντιβιοτική θεραπεία. Παράλληλα, ενδέχεται να απαιτηθεί χειρουργική επέμβαση για τη διάνοιξη του αποστήματος», εξηγεί η ιατρός.
Πώς μπορώ να προλάβω την εμφάνιση της φλεγμονής;
«Η βέλτιστη πρακτική είναι η τήρηση των κανόνων υγιεινής, με συχνό πλύσιμο των χεριών και αποφυγή αγγίγματος των ματιών με βρώμικα χέρια. Ωστόσο, εάν πάσχετε από αυτοάνοσο νόσημα που μπορεί να προκαλέσει δακρυοαδενίτιδα, είναι πιθανό να μην είναι δυνατό να αποφευχθεί», καταλήγει η κ. Πορτάλιου.