Δύο νέες έρευνες έρχονται να δείξουν την καλύτερη ώρα για να τρώμε, καθώς και τα οφέλη της διαλειμματικής νηστείας.
Συγκεκριμένα, πρόκειται για δύο έρευνες που απέδειξαν πως η καλύτερη ώρα για να τρώει κανείς είναι μέχρι τις 4 το μεσημέρι, και μάλιστα το ιδανικό θα ήταν κάποιος να επιτρέπει στον εαυτό του να τρώει για δέκα ώρες (διαλειμματική νηστεία). Ο διπλός αυτός συνδυασμός – μαζί με ισορροπημένη διατροφή – έχει ως αποτέλεσμα την καλύτερη πρόσληψη ενέργειας και την απώλεια βάρους.
Το να τρώμε νωρίς μέσα στην ημέρα μπορεί να μας βοηθήσει να χάσουμε σωματικό βάρος, ενώ η κατανάλωση γευμάτων μέσα σε χρονικό παράθυρο 10 ωρών θα μπορούσε να βελτιώσει τα επίπεδα γλυκόζης και χοληστερόλης στο αίμα, σύμφωνα με τις δύο νέες μελέτες που δημοσιεύτηκαν στο έγκριτο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Cell Metabolism.
Οι γιατροί και Καθηγητές, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Θεραπευτικής-Επιδημιολογίας-Προληπτικής Ιατρικής, Θεραπευτική Κλινική, Ιατρική Σχολή ΕΚΠΑ), Σταυρούλα (Λίνα) Πάσχου (Επίκουρη Καθηγήτρια Ενδοκρινολογίας, Θεραπευτική Κλινική, Ιατρική Σχολή ΕΚΠΑ) και Κωνσταντίνος Στρατάκης (Καθηγητής Γενετικής, Παιδιατρικής και Ενδοκρινολογίας, NIH, ΗΠΑ, Διευθυντής Γενετικής ΙΤΕ και Διευθύνων Επιστημονικός Σύμβουλος ELPEN) συνοψίζουν τα κύρια σημεία των μελετών αυτών.
Η πρώτη έρευνα
Η πρώτη είναι μια τυχαιοποιημένη, ελεγχόμενη, διασταυρούμενη δοκιμή με 16 συμμετέχοντες που ήταν υπέρβαροι ή παχύσαρκοι (ηλικία 37,3 ± 2,8 έτη, 5 γυναίκες, ΔΜΣ 28,7 ± 0,6 kg/m2). Μελετήθηκαν σε διαφορετικές ημέρες στα ίδια άτομα οι επιπτώσεις της καθυστερημένης (12:00 με 22:00) συγκριτικά με την κατανάλωση φαγητού πιο νωρίς (08:00 με 16:00), ενώ ελεγχόταν αυστηρά η πρόσληψη θρεπτικών συστατικών, η σωματική δραστηριότητα, ο ύπνος και η έκθεση στο φως, ώστε να μην διαφέρουν σε άλλα στοιχεία μεταξύ τους.
Βρέθηκε ότι η καθυστερημένη κατανάλωση φαγητού μέσα στην ημέρα αύξησε την πείνα και άλλαξε τις ορμόνες που ρυθμίζουν την όρεξη, αυξάνοντας την αναλογία γκρελίνης προς λεπτίνη.
Επιπλέον, η καθυστερημένη κατανάλωση φαγητού μείωσε την ενεργειακή δαπάνη κατά την αφύπνιση και τη μέση θερμοκρασία σώματος. Οι γονιδιακές αναλύσεις κατέδειξαν μάλιστα ότι η καθυστερημένη κατανάλωση τροφής άλλαξε τα μονοπάτια που εμπλέκονται στο μεταβολισμό των λιπιδίων σε κατεύθυνση που συνάδει με μειωμένη λιπόλυση και αυξημένη λιπογένεση.
Αυτά τα ευρήματα υποδεικνύουν συγκλίνοντες μηχανισμούς, με τους οποίους η καθυστερημένη κατανάλωση φαγητού μπορεί να οδηγήσει σε θετικό ενεργειακό ισοζύγιο και αυξημένο κίνδυνο παχυσαρκίας.
Η δεύτερη έρευνα
Η δεύτερη είναι μια τυχαιοποιημένη κλινική δοκιμή 12 εβδομάδων με 137 πυροσβέστες που εργάζονται σε 24ωρες βάρδιες (23-59 ετών, 9% γυναίκες). Τυχαιοποιήθηκαν οι μισοί σε συμβουλευτική για 10ωρο περιορισμό της πρόσληψης τροφής και συγκρίθηκαν με τους άλλους μισούς που μπορούσαν να τρώνε όποια ώρα της ημέρας ήθελαν. Οι πρώτοι επέλεξαν το χρονικό παράθυρο 09:00 με 19:00 ως στόχο.
Όλοι οι συμμετέχοντες χρησιμοποίησαν εφαρμογή smartphone για να καταγράφουν όσα έτρωγαν κατά τη διάρκεια της μελέτης.
Κατά την έναρξη, και οι δύο ομάδες είχαν διατροφικό παράθυρο (δεν έτρωγαν κάτι) περίπου 14 ωρών. Και οι δύο ομάδες ακολούθησαν μια υγιεινή μεσογειακή διατροφή, χωρίς διαφορές στις θερμίδες συνολικά.
Οι συμμετέχοντες που μείωσαν χρονικά το διατροφικό τους παράθυρο (σε 11,13 ώρες τελικά κατά μέσο όρο) δεν είχαν ανεπιθύμητες ενέργειες, ενώ ανέφεραν βελτιωμένη ποιότητα ζωής. Σε σύγκριση με την άλλη ομάδα, μείωσαν σημαντικά το μέγεθος των λιπιδίων VLDL.
Μάλιστα, σε συμμετέχοντες με αυξημένο καρδιομεταβολικό κίνδυνο κατά την έναρξη παρατηρήθηκαν σημαντικές μειώσεις στη γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (HbA1c) και στη διαστολική αρτηριακή πίεση.