Δύο κρούσματα αλλαντίασης καταγράφηκαν στη χώρα μας στις 15 Νοεμβρίου, μέσω του ΕΟΔΥ ενώ μια γυναίκα είναι διασωληνωμένη.
Όπως αναφέρει ο ΕΟΔΥ, τα κρούσματα αλλαντίασης αφορούσαν ένα ζευγάρι και δηλώθηκαν μέσω του Συστήματος Υποχρεωτικής Δήλωσης Νοσημάτων.
Σύμφωνα με τη σχετική ενημέρωση, άμεσα κινητοποιήθηκε ο μηχανισμός διάθεσης αντιτοξίνης της αλλαντίασης μέσω του ΕΟΔΥ, σε συνεργασία με τους θεράποντες ιατρούς, για χορήγηση της αντιτοξίνης στους δύο ασθενείς.
Με τη συνδρομή του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, κατέστη δυνατή η χορήγηση της ειδικής αντιτοξίνης εντός του πρώτου εικοσιτετραώρου από τη δήλωση των 2 κρουσμάτων στον ΕΟΔΥ.
Οι δύο ασθενείς, η μία εκ των οποίων είναι διασωληνωμένη, νοσηλεύονται σε σταθερή κλινική κατάσταση.
Η έρευνα έδειξε πως το αλλοδαπό ζευγάρι νόσησε με αλλαντίαση μετά από κατανάλωση σπαραγγίων παρασκευασμένων από τους ίδιους με τη διαδικασία της κονσερβοποίησης.
Σημειώνεται πως το χρονικό διάστημα 2004-2021 υπήρξαν μόλις 3 κρούσματα αλλαντίασης, 2 σε βρέφη και ένα σε ενήλικα.
Πως εμφανίζεται η αλλαντίαση
Η τροφιμογενής αλλαντίαση προκύπτει όταν το Clostridiumbotulinum αναπτύσσεται και παράγει τοξίνη σε τρόφιμο το οποίο στη συνέχεια καταναλώνεται χωρίς να προηγηθεί κατάλληλο μαγείρεμά του ώστε να καταστραφεί η τοξίνη.
Η τοξίνη παράγεται συνήθως, σε τρόφιμα ακατάλληλα παρασκευασμένα ή κονσερβοποιημένα, χαμηλής περιεκτικότητας σε αλάτι ή ζάχαρη, χαμηλής οξύτητας, καθώς και σε παστεριωμένα ή ελαφρώς μαγειρεμένα τρόφιμα που δεν έχουν καταψυχθεί, ειδικά σε αυτά σε αεροστεγή συσκευασία (π.χ καπνιστά ψάρια, προϊόντα κρέατος, σάλτσες κ.α). Η τοξίνη καταστρέφεται με το βρασμό (85°C για 5 λεπτά ή περισσότερο), ενώ τα σπόρια απαιτούν περισσότερο χρόνο για να καταστραφούν.
Ως εκ τούτου, συστήνεται η παρασκευή κονσερβοποιημένων τροφίμων να γίνεται ακολουθώντας τις οδηγίες των αρμόδιων φορέων για την ασφάλεια των τροφίμων.