Με καρδιαγγειακές παθήσεις φαίνεται να σχετίζεται η τραυματική εγκεφαλική βλάβη, σύμφωνα με τα ευρήματα νέας έρευνας που δημοσιεύεται στο περιοδικό «The Lancet Neurology».
Η τραυματική εγκεφαλική βλάβη αποτελεί κύρια αιτία μακροχρόνιας αναπηρίας και πρόωρου θανάτου, ιδίως μεταξύ του στρατιωτικού προσωπικού και των ατόμων που συμμετέχουν σε αθλήματα επαφής. Έρευνες έχουν εξετάσει τις οξείες και χρόνιες νευρολογικές συνέπειες της τραυματικής εγκεφαλικής βλάβης, ωστόσο οι μη νευρολογικές καταστάσεις – όπως οι καρδιαγγειακές παθήσεις – δεν έχουν μελετηθεί επαρκώς.
Όπως επισημαίνεται στην έρευνα, η δυσλειτουργία του νευρικού συστήματος, η νευροφλεγμονή, οι αλλαγές στη σύνδεση εγκεφάλου – εντέρου και οι συννοσηρότητες μετά τον τραυματισμό μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο τόσο καρδιαγγειακών όσο και γνωστικών δυσλειτουργιών στους επιζώντες από τραυματική εγκεφαλική βλάβη σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό.
«Παρά τις δεκαετίες εκτεταμένης έρευνας με επίκεντρο την τραυματική εγκεφαλική βλάβη, έχει σημειωθεί ελάχιστη πρόοδος στον μετριασμό των μακροπρόθεσμων συνεπειών και της θνησιμότητας έπειτα από τραυματισμούς. Οι καρδιαγγειακές επιδράσεις της τραυματικής εγκεφαλικής βλάβης μπορεί να είναι ένας κρίκος που λείπει στην εντατικοποίηση των προσπαθειών μας για τη βελτίωση της μακροπρόθεσμης ποιότητας ζωής και τη μείωση των ποσοστών θνησιμότητας στους ασθενείς», εξηγεί ο Σαέφ Ίζι, γιατρός στο Κέντρο Stroke and Cerebrovascular Center στο νοσοκομείο Brigham and Women’s Hospital, ένας από τους συγγραφείς της μελέτης.
Υπάρχουν πολλές πιθανές συνδέσεις μεταξύ της τραυματικής εγκεφαλικής βλάβης και της καρδιαγγειακής και γνωστικής δυσλειτουργίας. Οι νευροφλεγμονώδεις οδοί που προκαλούνται από την εγκεφαλική βλάβη θα μπορούσαν να προδιαθέτουν τα άτομα σε αθηροσκλήρωση. Η αύξηση του βάρους και οι διαταραχές του ύπνου έπειτα από έναν τραυματισμό θα μπορούσαν να αποτελέσουν ανεξάρτητους ή πρόσθετους κινδύνους. Επιπλέον, οι διαταραχές στις συνδέσεις μεταξύ του νευρικού και του γαστρεντερικού συστήματος θα μπορούσαν να διαταράξουν την ισορροπία των μικροβίων στο έντερο συμβάλλοντας σε γνωστικές και καρδιαγγειακές επιπτώσεις.
Παραμένει ασαφής ο τρόπος με τον οποίοι οι μεμονωμένοι τραυματισμοί έναντι των επαναλαμβανόμενων, η ηλικία κατά τον τραυματισμό, η σοβαρότητα της βλάβης και άλλες συννοσηρότητες επηρεάζουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο. Σημειώνεται ότι προοπτικές μελέτες μπορούν να αποσαφηνίσουν ποιοι παράγοντες κινδύνου και βιοδείκτες μπορεί να είναι πιο σημαντικοί για την καρδιαγγειακή δυσλειτουργία έπειτα από τραυματική εγκεφαλική βλάβη.
Η μελέτη υπογραμμίζει την ανάγκη για μελλοντική καρδιαγγειακή έρευνα, παρακολούθηση και παρέμβαση σε άτομα που έχουν υποστεί τραυματική εγκεφαλική βλάβη.