Κυριακή, 24 Νοε.
12oC Αθήνα

Κορονοϊός: Αυτά είναι τα συμπτώματα που έδειξαν οι νέες έρευνες

κορονοϊός

ΚΟΡΟΝΟΪΟΣ: Τουλάχιστον ένας στους τέσσερις ηλικιωμένους ασθενείς με κορονοϊό εκδηλώνει ντελίριο ως πρώτο σύμπτωμα, οκτώ στους δέκα ασθενείς έχουν κάποιο νευρολογικό σύμπτωμα, ενώ η διάρροια και οι εμετοί είναι βασικό σύμπτωμα της Covid-19 στα παιδιά, σύμφων αμε πρόσφατες έρευνες.

Περισσότεροι από ένας στους τέσσερις ηλικιωμένοι ασθενείς με κορονοϊό εκδηλώνουν ως πρώτο σύμπτωμα το ντελίριο, μια κατάσταση σύγχυσης της συνείδησης και αποπροσανατολισμού, προτού εμφανιστούν άλλα συμπτώματα της λοίμωξης, σύμφωνα με Αμερικανούς επιστήμονες. Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη δρα Μάουρα Κένεντι της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης στη Βοστώνη, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό “JAMA Network Οpen”, ανέλυσαν στοιχεία για 817 ασθενείς 68 έως 86 ετών που νοσηλεύθηκαν με Covid-19 σε επτά νοσοκομεία.

Διαπιστώθηκε ότι, από αυτούς, το 28% είχαν ντελίριο, όταν εισήχθησαν στο νοσοκομείο. Το 16% των ασθενών είχαν ως βασικό σύμπτωμα το ντελίριο, ενώ το 37% ποτέ δεν εμφάνισαν άλλα τυπικά συμπτώματα, όπως πυρετό και δύσπνοια.

Οι ασθενείς με αρχικό ντελίριο είχαν σημαντικά αυξημένη (κατά 67%) πιθανότητα να χρειαστούν νοσηλεία σε μονάδα εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ) και 24% πιθανότερο να πεθάνουν από την Covid-19, σε σχέση με όσους ασθενείς δεν είχαν εμφανίσει το ντελίριο ως σύμπτωμα.

Οι ηλικιωμένοι με απώλεια όρασης είχαν 98% μεγαλύτερο κίνδυνο ντελίριου λόγω κορονοϊού και εκείνοι με Πάρκινσον 88% μεγαλύτερη πιθανότητα. Οι άνω των 75 ετών ήταν 51% πιθανότερο να εμφανίσουν ντελίριο, όσοι είχαν ιστορικό εγκεφαλικού 47% και όσοι ζούσαν σε οίκο ευγηρίας ή μονάδα φροντίδας είχαν 23% μεγαλύτερο κίνδυνο.

Οι ερευνητές επεσήμαναν ότι, παρά τη συχνότητα του ντελίριου στους ηλικιωμένους που έχουν μολυνθεί από κορονοϊό, σχεδόν τα δύο τρίτα αυτών των περιπτώσεων δεν γίνονται αμέσως αντιληπτά στα τμήματα επειγόντων των νοσοκομείων (τουλάχιστον στις ΗΠΑ).

«Τα συμπτώματα του ντελίριου μπορούν να ποικίλουν. Μερικές φορές οι ασθενείς δεν αναγνωρίζουν τα μέλη της οικογένειας τους, κάποιοι έχουν μεγάλη υπνηλία ακόμη και την ώρα του φαγητού, ενώ άλλοι εμφανίζονται ευερέθιστοι ή έχουν παραισθήσεις», δήλωσε η Κένεντι. «Η έγκαιρη αναγνώριση του ντελίριου είναι σημαντική για την πρόληψη της εξάπλωσης της νόσου Covid-19 στις διάφορες δομές φιλοξενίας ηλικιωμένων», πρόσθεσε.

Κορονοϊός: Νευρολογικό σύμπτωμα, δείχνει νέα έρευνα

Τα νευρολογικά συμπτώματα είναι πολύ συχνά στους ασθενείς με κορονοϊό, δείχνει μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα. Περίπου οκτώ στους δέκα ασθενείς θα εκδηλώσουν στην πορεία της νόσου έστω ένα τέτοιο σύμπτωμα, όπως πονοκέφαλο, ζαλάδα, σύγχυση, μυϊκούς πόνους ή εγκεφαλοπάθεια (το σοβαρότερο).

Ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Ιγκόρ Κοράλνικ, διευθυντή της νευρολογικής κλινικής για περιστατικά Covid-19 στο Νοσοκομείο Northwestern Memorial του Σικάγο, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό νευρολογίας “Annals of Clinical and Translational Neurology”, ανέλυσαν στοιχεία για 509 ασθενείς με λοίμωξη από κορονοϊό SARS-CoV-2, που είχαν εισαχθεί σε δέκα νοσοκομεία.

Διαπιστώθηκε ότι το 42% των ασθενών είχαν νευρολογικά συμπτώματα κατά την εμφάνιση της Covid-19, το 63% εμφάνισαν νευρολογικά συμπτώματα κατά τη νοσηλεία τους, ενώ το 82% είχαν τέτοια συμπτώματα κάποια στιγμή στη διάρκεια της πορείας της νόσου. Τα ποσοστά αυτά είναι μεγαλύτερα από εκείνα που έχουν βρει προηγούμενες έρευνες στην Ευρώπη και στην Κίνα.

«Τόσο οι ασθενείς όσο και οι γιατροί πρέπει να έχουν επίγνωση για τη μεγάλη συχνότητα νευρολογικών εκδηλώσεων της Covid-19 και για τη σοβαρότητα τους. Η εγκεφαλοπάθεια, η οποία χαρακτηρίζεται από αλλοιωμένη νοητική λειτουργία, που εκτείνεται από ήπια σύγχυση έως κώμα, είναι η πιο σοβαρή νευρολογική εκδήλωση της Covid-19», ανέφερε ο δρ. Κόραλνικ.

Το συχνότερο σύμπτωμα στους 509 ασθενείς ήσαν οι μυϊκοί πόνοι (45%) και οι πονοκέφαλοι (38%), ενώ σύγχυση και εγκεφαλοπάθεια εμφανίστηκε σχεδόν στο ένα τρίτο των ασθενών (30%). Το 16% είχαν διαταραχή της γεύσης και το 11% της όσφρησης.

Οι ασθενείς με σοβαρά νευρολογικά συμπτώματα έμειναν κατά μέσο όρο τριπλάσιο χρόνο στο νοσοκομείο, σε σχέση με εκείνους χωρίς τέτοιες διαταραχές. Επίσης το ποσοστό θανάτων στους ασθενείς με εγκεφαλοπάθεια -άσχετα με το πόσο σοβαρά ήταν τα αναπνευστικά προβλήματα τους- ήταν πολύ μεγαλύτερο (22%), σχεδόν επταπλάσιο, σε σχέση με εκείνο των ασθενών χωρίς τέτοιο πρόβλημα (3%).

Κορονοϊός: Το βασικό σύμπτωμα της Covid-19 στα παιδιά

Οι στομαχικές διαταραχές, η διάρροια και οι εμετοί είναι πιο συχνοί ως συμπτώματα της νόσου Covid-19 στα παιδιά από ό,τι ο βήχας, σε σχέση με τους ενηλίκους που συμβαίνει το αντίστροφο, δείχνει μια νέα βρετανική επιστημονική μελέτη.

Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Κουίνς (Queen’s) του Μπέλφαστ, σύμφωνα με τη «Γκάρντιαν», ζητούν να αναθεωρηθεί ο κατάλογος του βρετανικού Εθνικού Συστήματος Υγείας με τα βασικά συμπτώματα της Covid-19 στα παιδιά, ο οποίος σήμερα περιλαμβάνει τον πυρετό, το συνεχή βήχα και την απώλεια γεύσης ή όσφρησης.

Οι Βρετανοί επιστήμονες επιβεβαίωσαν ότι τα στομαχικά συμπτώματα αποτελούν κάτι συχνό στα παιδιά. «Η διάρροια και οι εμετοί αποτελούν καλύτερη πρόγνωση από τον βήχα ή τις αλλαγές στην όσφρηση ή τη γεύση. Αν θέλουμε πραγματικά να διαγνώσουμε τη λοίμωξη Covid-19 στα παιδιά, πρέπει να αρχίσουμε να ψάχνουμε από τη διάρροια και τους εμετούς και όχι από τα συμπτώματα στην ανώτερη αναπνευστική οδό», δήλωσε ο επικεφαλής της έρευνας δρ Τομ Γουότερφιλντ.

Όπως είπε, με βάση τα τρία έως τώρα βασικά συμπτώματα (πυρετό, βήχα, απώλεια όσφρησης-γεύσης), η διενέργεια τεστ στα συμπτωματικά παιδιά μπορεί να αποκαλύψει το 76% των κρουσμάτων, αν όμως στο κατάλογο των συμπτωμάτων προστεθούν τα γαστρεντερικά συμπτώματα, τότε το ποσοστό φθάνει το 97%.

Η έρευνα έγινε την περίοδο Απριλίου έως Ιουλίου και αφορούσε σχεδόν 1.000 παιδιά ηλικίας δύο έως 15 ετών, κανένα από τα οποία δεν είχε εισαχθεί στο νοσοκομείο για Covid-19. Διαπιστώθηκε ότι σχεδόν το 7% των παιδιών είχαν αναπτύξει ήδη αντισώματα κατά του κορονοϊού. Το 31% των παιδιών με Covid-19 είχαν πυρετό, το 19% γαστρεντερικά συμπτώματα και το 18% πονοκέφαλο. Τα περισσότερα παιδιά ήσαν ασυμπτωματικά, γι’ αυτό, σύμφωνα με τους ερευνητές, συμπτώματα όπως η διάρροια και οι εμετοί θα πρέπει να χτυπάνε «καμπανάκι» στην οικογένεια ή στο σχολείο ότι μπορεί το παιδί να έχει λοίμωξη Covid-19. Από την άλλη, σύμφωνα με τον Γουότερφιλντ, μια καταρροή ή ένα φτάρνισμα κάλλιστα μπορεί να οφείλεται σε απλό κρυολόγημα.

Ο καθηγητής Τιμ Σπέκτορ του Βασιλικού Κολλεγίου του Λονδίνου (King’s College) επιβεβαίωσε ότι «ο βήχας ως σύμπτωμα Covid-19 δεν είναι τόσο συνηθισμένος στα παιδιά όσο στους μεγάλους» και, από την άλλη, ότι «τα γαστρεντερικά συμπτώματα είναι κάπως συχνότερα στα παιδιά από ό,τι στους ενηλίκους».

Κορονοϊός και απώλεια όσφρησης

Η απώλεια όσφρησης σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό αποτελεί ένα πολύ συχνό σύμπτωμα στους ασθενείς με ήπια Covid-19. Η οσφρητική δυσλειτουργία, με βάση τις αναφορές των ίδιων των ασθενών, εκδηλώνεται στο 86% -σχεδόν σε εννέα στους δέκα- όσων έχουν γενικότερα ήπια συμπτώματα της νόσου, σύμφωνα με μία νέα ευρωπαϊκή έρευνα.
Τα ποσοστά είναι πολύ μικρότερα στους ασθενείς με μέτρια Covid-19 (μόνο 4,5%) και σε εκείνους σε σοβαρή-κρίσιμη κατάσταση (6,9%). Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Ζερόμ Λεσιέν του Πανεπιστημίου Paris Saclay του Παρισιού, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό «Journal of Internal Medicine», μελέτησαν 2.581 ασθενείς από 18 ευρωπαϊκά νοσοκομεία.

Η μέση διάρκεια των προβλημάτων όσφρησης που ανέφεραν οι ασθενείς είναι σχεδόν 22 ημέρες, αλλά σχεδόν ένας στους τέσσερις δεν είχε ανακτήσει πλήρως την όσφρησή του μετά από 60 ημέρες.

Σε σχέση με τις υποκειμενικές αναφορές των ασθενών, τα ποσοστά απώλειας όσφρησης είναι μικρότερα, αλλά παραμένουν αρκετά υψηλά, μετά από αντικειμενική ιατρική εξέταση: Διαπιστώθηκαν στο 54,7% των περιπτώσεων ήπιας Covid-19 και στο 36,6% των περιστατικών μέτριας έως πολύ σοβαρής νόσου. Μετά από 60 ημέρες διαπιστώθηκε ιατρικά ότι το 15,3% και το 4,7% αυτών των ασθενών, αντίστοιχα, δεν είχαν ανακτήσει την κανονική αίσθηση της όσφρησής τους.

«Η οσφρητική δυσλειτουργία είναι σαφώς πιο συχνή στις ήπιες μορφές Covid-19 από ό,τι στις μέτριες ή κρίσιμες μορφές της νόσου, με το 95% των ασθενών να έχει ξαναβρεί την όσφρησή του έξι μήνες μετά τη λοίμωξη», δήλωσε ο Λεσιέν.

Τελευταίες ειδήσεις