ΚΟΡΟΝΟΪΟΣ: Τι δείχνουν πρόσθαφτες έρευνες για τις πιθανές παρενέργειες από τον εμβολιαμσό για τον κορονοϊό. Τι συμβαίνει με την εγγενή και την επίκτητη ανοσία.
ΚΟΡΟΝΟΪΟΣ – ΕΡΕΥΝΕΣ: Οι πιθανές παρενέργειες δεν εκδηλώνονται σε όλους όσοι κάκουν το εμβόλιο, ούτε είναι οι ίδιες. Κάποιοι δεν έχουν καμία, ενώ κάποιοι άλλοι παρουσιάζουν κόπωση, πονοκέφαλο, ρίγη, πολύ υψηλό πυρετό, ναυτία ή πόνους στους μυς.
Τα εμβόλια εναντίον της λοίμωξης που προκαλεί ο νέος κορονοϊός είναι η μοναδική ελπίδα μας για να ξεπεράσουμε την πανδημία. Γιατί όμως η δεύτερη δόση από ένα εμβόλιο είναι πιθανότερο να προκαλέσει παρενέργειες απ’ ό,τι η πρώτη;
Η απάντηση είναι απλή, κατά τον Dr. William B. Greenough III, ομότιμο καθηγητή Ιατρικής & Διεθνούς Υγείας στο Πανεπιστήμιο Τζωνς Χόπκινς, ο οποίος είναι παγκοσμίου φήμης ειδικός στις έρευνές του για σοβαρά λοιμώδη νοσήματα όπως η χολέρα.
Με την πρώτη δόση από ένα εμβόλιο, ξεδιπλώνεται η αρχική άμυνα του οργανισμού. Αυτή συμπεριλαμβάνει κύτταρα που επιτίθενται στο ξένο σώμα και παράγουν αντισώματα και κύτταρα που «απομνημονεύουν» τον εχθρό. Το «ξένο σώμα» είναι το θραύσμα από το γενετικό υλικό του κορωνοϊού που περιέχουν τα εμβόλια.
Με τη δεύτερη δόση από τα εμβόλια, όμως, ο οργανισμός χρησιμοποιεί το «βαρύ πυροβολικό». «Η δεύτερη δόση είναι ουσιαστικά η δεύτερη έκθεση του οργανισμού στον ιό», εξηγεί ο Dr. Greenough. «Μόλις το ανοσοποιητικό σύστημα τον αναγνωρίσει, του επιτίθεται με μεγαλύτερη δριμύτητα απ’ όση την πρώτη φορά». Η επίθεση αυτή αποτελεί ένδειξη ότι:
- Τα εμβόλια είναι αποτελεσματικά,
- Το ανοσοποιητικό σύστημα κάνει τη δουλειά.
Πρακτικά αυτό σημαίνει πως με τη δεύτερη δόση ο οργανισμός δεν παράγει μόνο αντισώματα. Ενεργοποιεί τους λεμφαδένες και άλλα τμήματα του σώματος για να αντιδράσουν σε επίπεδο ιστών. Έτσι, η αντίδραση του οργανισμού είναι πιο μαζική και οι παρενέργειες πιθανότερες.
Η εγγενής και η επίκτητη ανοσία
Όπως εξηγεί ο Dr. Richard Kennedy, καθηγητής Ιατρικής στην Κλινική Mayo και διευθυντής της Ερευνητικής Ομάδας Εμβολίων της κλινικής, ο ανθρώπινος οργανισμός διαθέτει δύο είδη ανοσίας. Την εγγενή (ή φυσική) και την επίκτητη.
Η εγγενής δεν απαιτεί προηγούμενη έκθεση σε ένα παθογόνο για να το αναγνωρίσει. Η επίκτητη όμως «χτίζεται» στη διάρκεια της ζωής, με δύο τρόπους:
- Με κάθε επαφή του οργανισμού με ένα παθογόνο,
- Με κάθε εμβόλιο που κάνουμε.
«Η εγγενής ανοσία είναι η πρώτη γραμμή άμυνας του οργανισμού. Είναι η ίδια κάθε φορά που εισβάλλει ένας μικροοργανισμός στο σώμα. Τον αναγνωρίζει, σημαίνει συναγερμό και ενεργοποιεί την επίκτητη ανοσία», εξηγεί ο Dr. Kennedy.
Η εγγενής ανοσολογική απόκριση δεν είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική εναντίον των ιογενών λοιμώξεων, προσθέτει. Απλώς τις επιβραδύνει, σαν το «σαμαράκι» στους δρόμους που «κόβει» την ταχύτητα των οδηγών.
Τη διαφορά κάνει η επίκτητη (ή προσαρμοστική) ανοσία. Αυτό το είδος της ανοσίας είναι υπεύθυνο για την παραγωγή ορισμένων κυττάρων (λέγονται Τ- και Β-κύτταρα) που καταστρέφουν τους ιούς.
Όταν κάνουμε ένα εμβόλιο, πρώτα διεγείρεται η εγγενής ανοσία. Μέσα σε 1,5-2 εβδομάδες, αρχίζει και η επίκτητη ανοσία, ώστε να προστατευτεί πλήρως ο οργανισμός.
Πηγή: hopkinsmedicine.org / Μετάφραση: iatropedia.gr