Ανοίγει σήμερα η ηλεκτρονική πλατφόρμα για την έγκριση των αντιιικών χαπιών της Pfizer, που αποτελεί τη δεύτερη αντιιική θεραπεία κατά του κορονοϊού που χορηγείται στη χώρα μας. Για την ένταξη ασθενών στις θεραπείες θα ακολουθηθεί παρόμοια διαδικασία που εφαρμόστηκε και για τη διάθεση του άλλου αντιιικού φαρμάκου, της μολνουπιραβίρης “Lagevrio” της Merck.
Συγκεκριμένα, οι αιτήσεις κατατίθενται από τους θεράποντες γιατρούς, ενώ οι εγκρίσεις για την ένταξη των δικαιούχων ασθενών, έρχονται από την πενταμελή Επιστημονική Επιτροπή που έχει οριστεί από το Υπουργείο Υγείας, για να εξετάζει τις αιτήσεις για την χορήγηση των χαπιών της Pfizer κατά του κορονοϊού.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Εντωμεταξύ, πάνω από 7 χιλιάδες σκευάσματα του αντιιικού χαπιού κατά του κορονοϊού molnupiravir της Merck (MSD στην Ευρώπη) έχουν χορηγηθεί σε έλληνες ασθενείς υψηλού κινδύνου κατά τον τελευταίο μήνα, με πολύ καλές -μέχρι στιγμής- ενδείξεις.
Η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας, Μίνα Γκάγκα τόνισε πως οι πρώτες αναλύσεις για την αποτελεσματικότητα των θεραπειών αυτών που χορηγούνται από τις αρχές Φεβρουαρίου στη χώρα μας, έχουν δείξει ότι είναι πολύ αποτελεσματικές.
«Σε αυτό το μέτρο πάμε καλά», τόνισε η ίδια κατά την τελευταία ενημέρωση για την πορεία της πανδημίας.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Υποχρεωτική η άυλη συνταγογράφηση για τους δικαιούχους ασθενείς
Το αντιικό φάρμακο Paxlovid χορηγείται τις πρώτες 5 ημέρες από την εμφάνιση των συμπτωμάτων. Η αίτηση για χορήγηση του φαρμάκου γίνεται τις 3 πρώτες ημέρες από την εμφάνιση συμπτωμάτων και μετά από επιβεβαίωση της COVID-19 λοίμωξης με ταχύ αντιγονικό (RAPID) ή μοριακό (PCR) τεστ.
Δεν απαιτείται γραπτή συναίνεση του ασθενούς, όπως συμβαίνει με το άλλο αντιιικό φάρμακο της Merck, όμως, απαιτείται ο ασθενής να έχει άυλη συνταγογράφηση, γιατί μετά την έγκριση της αίτησης, ο θεράπων ιατρός πρέπει να συνταγογραφήσει το φάρμακο (από την πλατφόρμα της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, με την συνήθη διαδικασία).
Σε ποιους ασθενείς θα χορηγηθούν οι θεραπείες της Pfizer
Τα χάπια της Pfizer με τη δραστική ουσία ριτοναβίρη, χορηγούνται σε ενηλίκους και παιδιά >12 ετών με βάρος μεγαλύτερο των 40 Kg και σε περιπτώσεις που εμφανίζουν προδιάθεση (λόγω υποκείμενων νοσημάτων) να αναπτύξουν σοβαρή νόσο Covid-19 και με την πιθανότητα εισαγωγής σε νοσοκομείο.
Στις κλινικές μελέτες εμφανίζει αποτελεσματικότητα γύρω στο 85%, ενώ το άλλο το φάρμακο της Merck έχει αποτελεσματικότητα που δεν ξεπερνά το 50%.
Ωστόσο, σύμφωνα με τις ενδείξεις χορήγησης που έχει λάβει, η θεραπεία της ριτοναβίρης δεν χορηγείται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και της γαλουχίας, σε αιμοκαθαιρόμενους και σε ασθενείς με σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια (κάθαρση κρεατινίνης).
Συγχορήγηση με άλλα φάρμακα – Αντενδείξεις
Tα αντιιικά χάπια της Pfizer, ωστόσο, δημιουργούν κάποιες επιφυλάξεις στους γιατρούς, ως προς την χορήγησή τους. Καθώς -σύμφωνα με τις κλινικές μελέτες- υπάρχουν αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα, που δεν έχουν μελετηθεί αρκετά, όπως ανέφερε πρόσφατα μιλώντας στο iatropedia.gr o Καθηγητής Πνευμονολογίας και πρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας, Στέλιος Λουκίδης, ο οποίος είναι μέλος της Επιτροπής που εγκρίνει τις αντιιικές θεραπείες για τους ασθενείς στην Ελλάδα.
“Έχει αλληλεπιδράσεις με φάρμακα τις οποίες δεν τις γνωρίζουμε καλά. Και οι επιφυλάξεις μας στηρίζονται στην άποψη ότι ένα από τα συστατικά του φαρμάκου, είχε χρησιμοποιηθεί παλιά για το AIDS, η ριτοναβίρη, δηλαδή, η οποία κάνει πολλές αλληλεπιδράσεις με φάρμακα. Αλλά στην περίπτωση του AIDS ήταν σε ποσότητα 8 φορές πάνω από αυτή που χρησιμοποιείται στο φάρμακο για τον κορονοϊό. Γι’ αυτό έχουμε ένα προβληματισμό τώρα, αν θα κάνει αλληλεπιδράσεις στη μικρή ποσότητα που θα χρησιμοποιηθεί στην περίπτωση του κορονοϊού”, τονίζει ο ίδιος.
Έτσι για τη μείωση της πιθανότητας εμφάνισης αλληλεπιδράσεων μεταξύ της ριτοναβίρης και άλλων φαρμάκων που ήδη λαμβάνει ο ασθενής συνιστάται να γίνεται έλεγχος για πιθανές αλληλεπιδράσεις ΟΛΩΝ των φαρμάκων που λαμβάνει ο ασθενής, από τον θεράποντα ιατρό, με χρήση του συνδέσμου https://www.covid19-druginteractions.org/.
Παράγοντες κινδύνου για εξέλιξη σε σοβαρή νόσο
Ασθενείς με σοβαρά χρόνια νοσήματα, όπως είναι π.χ. όσοι έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση, διατρέχουν υψηλό κίνδυνο νοσηρότητας και θνησιμότητας από COVID-19 λόγω ανοσοκαταστολής, έλλειψης ανταπόκρισης στον εμβολιασμό και συννοσηροτήτων.
Αν και οι ασθενείς αυτοί θα μπορούσαν να ωφεληθούν πολύ από το Paxlovid, από την άλλη μπορεί να διατρέχουν σημαντικό κίνδυνο από τις αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα.
Έτσι, εφιστάται η προσοχή στην παρουσία παραγόντων κινδύνου για εξέλιξη σε σοβαρή νόσο, στις παρακάτω ασθένειες:
Ασθενείς με μεταμόσχευση συμπαγών οργάνων ή αιμοποιητικών κυττάρων
• Άτομα σε λίστα αναμονής για μεταμόσχευση οργάνου
• Ασθενείς με κυστική Ίνωση
• Ασθενείς με καρκίνο συμπαγούς οργάνου και όσοι υποβάλλονται σε θεραπεία (χημειοθεραπεία, ακτινοθεραπεία, ανοσοθεραπεία ή άλλη θεραπεία)
• Ασθενείς με αιματολογικές κακοήθειες (ενεργός νόσος)
• Ασθενείς με πρωτοπαθείς ανοσοανεπάρκειες & δευτεροπαθείς λόγω θεραπείας με Β-ειδικούς παράγοντες π.χ. Rituximab, υψηλές δόσεις και παρατεταμένη χορήγηση κορτικοειδών, βιολογικοί παράγοντες
• Ασθενείς με HIV με CD4
• Άτομα με ηλικία ≥75 ετών
• Ασθενείς που αντιμετωπίζουν δύο ή περισσότεροι παράγοντες από τους κατωτέρω:
- Ηλικία ≥ 65
- Δείκτη Μάζας Σώματος (BMI) ≥ 35
- Σακχαρώδη Διαβήτη (ΣΔ) υπό θεραπεία
- Χρόνια νεφρική νόσο (κάθαρση κρεατινίνης>30ml/min για να χορηγηθεί Paxlovid)
- Χρόνια ηπατική νόσο
- Χρόνια καρδιαγγειακή νόσο (εγκεφαλικό, έμφραγμα, καρδιακή ανεπάρκεια, περιφερική αγγειοπάθεια, ανευρύσματα, ΑΥ υπό θεραπεία)
- Πνευμονική ίνωση
- Xρόνια αναπνευστική ανεπάρκεια υπό οξυγονοθεραπεία
- Θαλασσαιμία, δρεπανοκυτταρική αναιμία
Αξίζει να σημειωθεί πάντως, πως η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας, Μίνα Γκάγκα δήλωσε πως ο εμβολιασμός παρέχει πολύ μεγαλύτερη ασφάλεια σε σχέση με τις αντιιικές θεραπείες, προσθέτοντας επίσης, ότι «είναι και πολύ καλύτερο για τα δημοσιονομικά της χώρας να εμβολιαζόμαστε, διότι είναι πολύ μικρό το κόστος των εμβολίων, σε σχέση με αυτό των φαρμάκων. Σε κάθε περίπτωση όμως θέλουμε όλοι οι άνθρωποι να είμαστε ασφαλείς».
Διευκρινίζεται πως η κάθε συσκευασία που είναι μία ολόκληρη θεραπεία, κοστίζει περίπου 700 ευρώ, ενώ τα εμβόλια κοστίζουν κάτω από 15 ευρώ, ανάλογα με το σκεύασμα.