Η αρχή γίνεται με το γεγονός πως οι διαβητικοί αρχικά αρνούνται να αποδεχθούν το γεγονός και το αντιμετωπίζουν ανώριμα και με παθητικότητα, γεγονός που μπορεί να αποδειχθεί αρκετά επιζήμιο για την υγεία του ασθενή. Το συναίσθημα της αδυναμίας αποδοχής της πάθησης, μπορεί να καθυστερήσει σημαντικά την αποτελεσματική αντιμετώπιση της νόσου.
Η είδηση για έναν άνθρωπο πως πάσχει από διαβήτη, δημιουργεί έντονα συναισθήματα που μπορεί να έχουν επίπτωση, ακόμα και στην αυτοπεποίθησή του. Αρχικά, προκύπτουν συναισθήματα όπως θυμός και φόβος, ενώ σε πολλές περιπτώσεις έχουν υπάρξει και συναισθήματα απελπισίας, κάτι που φυσικά δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Μελέτες έχουν δείξει πως η άρνηση των συμπτωμάτων του σακχαρώδη διαβήτη είναι φαινόμενο που παρατηρείται κυρίως σε άτομα νεαρής ηλικίας, τα οποία αισθάνονται υγιή, γεμάτα ζωντάνια και δεν μπορούν να πιστέψουν πως συνέβη κάτι τέτοιο στη δική τους ζωή. Αποτέλεσμα όλων αυτών των συναισθημάτων, κυρίως στα νεαρά άτομα είναι να μην ακολουθούν σωστά τις οδηγίες των γιατρών, πάντα -δυστυχώς- με επιζήμια αποτελέσματα για την υγεία τους.
Νιώθουν πως θα στιγματιστούν και πως διαφέρουν -με την αρνητική έννοια- από τους υπόλοιπους ανθρώπους. Αυτό το συναίσθημα επιδεινώνεται, κυρίως, όταν ο σακχαρώδης διαβήτης συνδέεται και με την παχυσαρκία.
Ο φόβος των επιπλοκών από τον διαβήτη είναι φυσιολογικές, αρκεί να συντηρούνται σε τέτοια επίπεδα που δεν προκαλούν δυσκολία, τόσο στη ζωή του ατόμου όσο και στον τρόπο αντιμετώπισης της νόσου.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, μελέτες στο εξωτερικό αποδεικνύουν πως οι άνθρωποι με σακχαρώδη διαβήτη έχουν σχεδόν τις διπλάσιες πιθανότητες να πάθουν κατάθλιψη, μιας και πολλοί αισθάνονται πως πλέον δεν έχουν μία ξέγνοιαστη ζωή, αλλά ένα συνεχή αγώνα για την αντιμετώπιση της νόσου.
Το μήνυμα όμως είναι σαφές! Ο διαβήτης μπορεί να θέσει περιορισμούς, αλλά δεν μπορεί να υποτάξει τις χαρές της ζωής!