Τα άτομα με υψηλά επίπεδα γλυκόζης, ακόμα και σε προδιαβητικό εύρος, ή με σακχαρώδη διαβήτη αντιμετωπίζουν πολλές πιθανότητες ανάπτυξης καρκίνου του παγκρέατος.
Τόσο ο διαβήτης όσο και ο καρκίνος του παγκρέατος συνδέονται συχνά με την παχυσαρκία, έναν από τους λίγους τροποποιήσιμους παράγοντες κινδύνου της κακοήθειας, η επίπτωσή της οποίας καταγράφει αύξηση τα τελευταία χρόνια, όπως άλλωστε και ο πληθυσμός που δεν έχει φυσιολογικό βάρος.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Όμως, η σχέση του διαβήτη και του καρκίνου του παγκρέατος είναι αμφίδρομη. Δεν περιορίζεται μόνο στον κίνδυνο που ενέχει η ύπαρξη του διαβήτη στην εμφάνιση του καρκίνου, αλλά και η ύπαρξη καρκίνου στο ζωτικό αυτό όργανο μπορεί να γίνει αιτία χρόνιας υπεργλυκαιμίας.
«Το πάγκρεας είναι ένας μεγάλος αδένας 15 εκατοστών που βρίσκεται στην άνω κοιλία και συγκεκριμένα στο σημείο που τελειώνει το στομάχι και ξεκινά το λεπτό έντερο. Αποτελεί τμήμα του πεπτικού συστήματος και ο ρόλος του είναι η έκκριση ενζύμων για τη χώνευση της τροφής, καθώς και γλυκαγόνης και ινσουλίνης για τη ρύθμιση της γλυκόζης στο αίμα.
Η εμφάνιση καρκίνου σε αυτό είναι μια πιθανότητα που αυξάνεται με την πάροδο της ηλικίας, όπως και σε ανθρώπους που έχουν συγκεκριμένες παθήσεις, για παράδειγμα χρόνια παγκρεατίτιδα ή οικογενειακό ιστορικό της κακοήθειας», εξηγεί ο Καθηγητής Χειρουργικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και Διευθυντής της Χειρουργικής Κλινικής στον Όμιλο ΥΓΕΙΑ, Δημήτρης Λινός.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
«Οι διαγνώσεις καρκίνου του παγκρέατος αυξάνονται παγκοσμίως και γι’ αυτό ευθύνεται τόσο η πρόοδος της απεικονιστικής τεχνολογίας όσο και η γήρανση του πληθυσμού, το κάπνισμα και η επιδημία της παχυσαρκίας που μαστίζει τον κόσμο. Η σχέση βάρους και καρκίνου του παγκρέατος φαίνεται και από τα διαφορετικά ποσοστά εμφάνισής του ανά την υφήλιο: στη Βόρεια Αμερική και η Δυτική Ευρώπη τα ποσοστά επίπτωσης είναι υψηλότερα, σε σύγκριση με τη Κεντρική Αφρική και τη Νότια και Κεντρική Ασία, που η παχυσαρκία απασχολεί μικρότερο μέρος του πληθυσμού.
Παρά τις προόδους που έχουν σημειωθεί, η ανίχνευσή του σε αρχικό στάδιο αποτελεί ακόμα πρόκληση, αφού σε πρώιμο στάδιο δεν προκαλεί συμπτώματα. Αυτός είναι ο λόγος που έχει υψηλή θνησιμότητα, ακόμα και στις προηγμένες ιατρικά χώρες της δύσης. Ο δεύτερος λόγος είναι ο ιδιαίτερα μεταστατικός χαρακτήρας του», προσθέτει.
Οι μελέτες που ασχολήθηκαν με την ανακάλυψη των παραγόντων που επηρεάζουν την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου του παγκρέατος και ενοχοποίησαν την παχυσαρκία και το μεταβολικό σύνδρομο είναι πολλές. Τα ευρήματα αρκετών έδειξαν ότι όχι μόνο ο σακχαρώδης διαβήτης αλλά και η αυξημένη γλυκόζη αίματος νηστείας επηρεάζουν τον κίνδυνο εμφάνισής του, ακόμη και αν το επίπεδο είναι χαμηλότερο από εκείνο που έχει οριστεί ως όριο για τη διάγνωση του διαβήτη. Ο λόγος είναι ότι η υπεργλυκαιμία προκαλεί βλάβες στο DNA, μεταβολές στη μεταγραφή του RNA και έχει ογκογόνες επιδράσεις στις πρωτεΐνες.
Πρόσφατα δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό PLoS One μια κορεατική μελέτη, η οποία επιβεβαίωσε τη σημαντική αυτή σχέση μεταξύ της γλυκόζης αίματος νηστείας και της επίπτωσης του καρκίνου του παγκρέατος. Αφού οι ερευνητές εξέτασαν στοιχεία 19.050 ατόμων χωρίς την κακοήθεια και έλαβαν υπόψη τους ποικίλες παραμέτρους, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο κίνδυνος είναι σημαντικά μεγαλύτερος όταν το επίπεδο γλυκόζης νηστείας βρίσκεται σε προ-διαβητικά επίπεδα συγκριτικά με τα φυσιολογικά.
Στη βιβλιογραφία υπάρχουν καταγραφές που δείχνουν ότι ο κίνδυνος είναι ανάλογος με τα επίπεδα γλυκόζης. Επιπλέον, η γλυκόζη είναι το αγαπημένο θρεπτικό συστατικό των καρκινικών κυττάρων του παγκρέατος, οπότε όσο υψηλότερα είναι τα επίπεδά της, τόσο πιο ευνοϊκό είναι το περιβάλλον για την ανάπτυξη των καρκινικών κυττάρων.
Η αύξηση των επιπέδων της μπορεί να αποτελεί, μάλιστα, ένδειξη ύπαρξης καρκίνου στον αδένα. Τότε ο διαβήτης θεωρείται παγκρεατογενής. Περίπου το 25%-50% των ασθενών με καρκίνο του παγκρέατος αναπτύσσουν διαβήτη 6 – 36 μήνες πριν από τη διάγνωση του καρκίνου. Γι’ αυτό υπάρχει ο ισχυρισμός ότι η διάγνωση του διαβήτη θα μπορούσε να παροτρύνει για εξέταση του παγκρέατος, προκειμένου να γίνεται πιο έγκαιρα η ανίχνευση και η έναρξη της θεραπείας και να αυξηθούν τα χρόνια επιβίωσης των ασθενών.
«Και η χειρουργική επέμβαση, όμως, για την αφαίρεση ενός καρκινικού όγκου από το πάγκρεας οδηγεί σε διαβήτη ή σε διαφοροποίησή του, αφού γίνεται εκτομή εξωκρινών και ενδοκρινών αδένων. Το δε μέγεθος της επιβάρυνσης εξαρτάται από το ποσοστό του αδένα που έχει αφαιρεθεί.
Σημειωτέον ότι δεν είναι όλοι οι παγκρεατικοί όγκοι χειρουργήσιμοι. Η εφαρμογή αυτής της θεραπευτικής επιλογής εξαρτάται από τη θέση τους και το στάδιό τους. Εάν είναι εξαιρέσιμοι και βρίσκονται στην κεφαλή του παγκρέατος τότε γίνεται παγκρεατοδωδεκαδακτυλεκτομή, μια τεχνικά δύσκολη επέμβαση που απαιτεί εμπειρία του χειρουργού, καθώς πρέπει να είναι άριστος γνώστης των προεγχειρητικών διαγνωστικών μεθόδων, των χειρουργικών τεχνικών, της ανατομίας του παγκρέατος και της μετεγχειρητικής διαχείρισης.
Κατά τη διάρκεια της εγχείρησης αφαιρείται η κεφαλή του παγκρέατος, το δωδεκαδάκτυλο, η χοληδόχος κύστη, τμήμα του χοληδόχου πόρου και κοντινοί λεμφαδένες. Όταν ο όγκος βρίσκεται στο σώμα ή την ουρά του οργάνου γίνεται περιφερική παγκρεατεκτομή με ή χωρίς σπληνεκτομή. Για κάποιους ασθενείς είναι απαραίτητη η αφαίρεση όλου του παγκρέατος», σημειώνει ο πρώην Πρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας Χειρουργών Ενδοκρινών Αδένων Καθηγητής Δ. Λινός.
Ο υψηλός δείκτης μάζας σώματος δεν προκαλεί μόνο προ-διαβήτη ή διαβήτη και πιθανώς καρκίνο, αλλά αυξάνει τον κίνδυνο αυτόν μέσω ποικίλων μηχανισμών. Για παράδειγμα, η νόσος μπορεί να οδηγήσει σε λιπώδη διήθηση του παγκρέατος, η οποία έχει συσχετιστεί με την ανάπτυξη παγκρεατικής ενδοεπιθηλιακής νεοπλασίας, πρόδρομου του αδενοκαρκινώματος του παγκρεατικού πόρου.
«Επομένως, παρότι ο καρκίνος του παγκρέατος δεν μπορεί να αποφευχθεί απολύτως, η επιλογή ενός υγιούς προτύπου ζωής, μπορεί να περιορίσει τις πιθανότητες ανάπτυξής του. Ο έλεγχος της παχυσαρκίας που μειώνει τις πιθανότητες διαβήτη και άλλων παθήσεων που συνδέονται με αυτήν, η διακοπή του καπνίσματος και η υιοθέτηση εφ’ όρου ζωής μιας διατροφής υψηλής σε χρωματιστά φρούτα και λαχανικά αλλά και σπόρους είναι οι καλύτερες ενέργειες που μπορούμε να κάνουμε για την πρόληψή του», καταλήγει ο καθηγητής, Δημήτρης Λινός.