Ανασταλτικό παράγοντα για την αφαίρεση των τατουάζ αποτελεί η έκθεση στον ήλιο, τόσο πριν όσο και μετά από τη διαδικασία, γεγονός που καθιστά το χειμώνα ιδανικό για όσους επιθυμούν να απαλλαγούν οριστικά.
Οι λόγοι είναι δύο: αφενός η διαδικασία είναι πολύ πιο ασφαλής και αποτελεσματική όταν το δέρμα είναι πιο κοντά στον φυσικό του τόνο. Αφετέρου η προστασία του από την ηλιακή ακτινοβολία μετά από την αφαίρεση του τατουάζ επιτρέπει την ταχύτερη αποκατάσταση του δέρματος και αποτρέπει σοβαρές βλάβες.
«Τα τελευταία χρόνια τα τατουάζ έχουν γίνει ιδιαίτερα δημοφιλή. Γίνονται ολοένα πιο περίτεχνα, περιλαμβάνοντας πλήθος χρωμάτων και μελανιών, εξέλιξη όμως που καθιστά την αφαίρεσή τους δυσκολότερη.
Παραδοσιακά για την απαλλαγή από τα τατουάζ χρησιμοποιούνται συσκευές λέιζερ. Παρότι εισήχθησαν για πρώτη φορά στα τέλη της δεκαετίας του 1960, μόνο μετά από τη δεκαετία του 1980 καθιερώθηκαν ως αξιόπιστο μέσο αφαίρεσης, αφού τα πρώτα λέιζερ προκαλούσαν σημαντική καταστροφή των παρακείμενων ιστών αφήνοντας ουλές στο δέρμα.
Έκτοτε έχει σημειωθεί εξαιρετική πρόοδος. Τα σύγχρονα πια μηχανήματα αντιμετωπίζουν τα προβλήματα που δημιουργούσαν τα παλαιότερης τεχνολογίας λέιζερ, είναι αποτελεσματικότερα, πιο ασφαλή και πιο γρήγορα», σημειώνει ο Γεώργιος Βελημβασάκης, MD, FEBOPRAS, Πλαστικός Επανορθωτικός και Αισθητικός Χειρουργός.
Ακόμα και με τη χρήση των συγκεκριμένων λέιζερ, όμως, η αφαίρεσή των τατουάζ είναι μια πολύπλοκη διαδικασία, που δεν ολοκληρώνεται σε μία συνεδρία.
«Τα μόρια της μελάνης είναι πολύ μεγάλα για να τα απομακρύνει το ανοσοποιητικό σύστημα, που φυσιολογικά θα το έκανε αναγνωρίζοντάς τα ως ξένα προς τον οργανισμό. Το λέιζερ στοχεύει σε αυτά, τα θερμαίνει και τα διασπά ανά στρώση, (όπως δηλαδή τα δημιούργησε ο καλλιτέχνης) σε μικρότερα μόρια για να αποβληθούν από το λεμφικό σύστημα.
Για να ολοκληρωθεί η διεργασία, το σώμα χρειάζεται χρόνο – περίπου 8 εβδομάδες. Κατά την επόμενη συνεδρία το λέιζερ επαναλαμβάνει την ίδια διαδικασία με την επόμενη στρώση μελάνης. Έτσι το τατουάζ γίνεται σταδιακά όλο και πιο αχνό», διευκρινίζει.
Ο τελικός αριθμός των συνεδριών που απαιτούνται για την ολοκληρωτική αφαίρεση εξαρτάται από τη θέση, το χρώμα, το μέγεθος, το βάθος και τον χρόνο ύπαρξης του τατουάζ στο σώμα. Για παράδειγμα, εκείνα που βρίσκονται πιο κοντά στην επιδερμίδα, στο θηλώδες χόριο, αφαιρούνται ευκολότερα συγκριτικά με εκείνα που βρίσκονται στο βαθύ δικτυωτό χόριο, όπως κι εκείνα που έχουν μικρότερο μέγεθος ή είναι πρόσφατα.
Σημαντικός παράγοντας είναι και η τεχνολογία του λέιζερ που χρησιμοποιείται. Με τις παλαιότερες συσκευές, ήταν αρκετά συχνό φαινόμενο, η προσπάθεια αφαίρεσης του ανεπιθύμητου σχεδίου να μην στέφεται από απόλυτη επιτυχία, καθώς ορισμένα χρώματα που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία τατουάζ είναι δυσκολότερο να διασπαστούν από άλλα.
Συγκεκριμένα, η μπλε και η μαύρη μελάνη ανταποκρίνονται θετικά στο λέιζερ, επειδή απορροφούν καλύτερα το φως. Το κόκκινο, το πορτοκαλί, το κίτρινο και το γαλάζιο είναι τα πιο δύσκολα χρώματα για τον ακριβώς αντίθετο λόγο. Σε τέτοιες περιπτώσεις οι πλαστικοί χειρουργοί υποχρεώνονταν να χρησιμοποιούν λέιζερ με διαφορετικά μήκη κύματος σε διαφορετικές συνεδρίες, με αποτέλεσμα να αυξάνεται ο αριθμός των απαιτούμενων συνεδριών.
«Κανένα από τα παραπάνω δεν αποτελεί πρόβλημα σήμερα, καθώς με τα τελευταίας γενιάς λέιζερ, όπως το Q-Switched Nd:YAG Laser, δύνανται να αφαιρούν μελάνες κάθε χρώματος, όσο ανθεκτικές κι αν είναι, διότι το ίδιο λέιζερ μπορεί να εκπέμπει ενέργεια σε διαφορετικά μήκη κύματος.
Δηλαδή μπορεί αρχικά να ρυθμιστεί στα 1064nm προκειμένου να αφαιρεθεί η σκούρα μελάνη (μαύρο, μπλε, πράσινο κλπ) από το σχέδιο και κατόπιν στα 532nm για να διασπαστεί κάθε ανοιχτόχρωμη απόχρωση των βασικών χρωμάτων. Το συγκεκριμένο μάλιστα λέιζερ διαθέτει διάφορες μικρές κεφαλές που δρουν σε διαφορετικά βάθη του δέρματος χωρίς να προκαλούν βλάβες στους παρακείμενους ιστούς», εξηγεί ο κ. Βελημβασάκης.
Παρά τα πλεονεκτήματα αυτών των συστημάτων, η σχέση ήλιου και λέιζερ δεν είναι η καλύτερη. «Μετά από κάθε συνεδρία το δέρμα πρέπει να προστατεύεται από τις ακτίνες του για τουλάχιστον 2 εβδομάδες. Και αυτό γιατί το λέιζερ τού προκαλεί βλάβες κατά τη διαδικασία αφαίρεσης του τατουάζ. Δηλαδή, στα σημεία που διεισδύει η ακτίνα του ήλιου το δέρμα παρουσιάζει ήπιο οίδημα και λευκές μικρές φουσκάλες. Πρέπει λοιπόν να του δίνουμε χρόνο για να επουλωθεί.
Η αποφυγή του ήλιου το προφυλάσσει από το ηλιακό έγκαυμα, το οποίο οδηγεί στη δημιουργία ουλών και υπερμελάγχρωσης», επισημαίνει ο Γεώργιος Βελημβασάκης.
Για την προστασία του συστήνεται η κάλυψη του σημείου με ρούχα που εμποδίζουν πλήρως την είσοδο των ακτινών του ήλιου, κάτι που είναι δύσκολο το καλοκαίρι λόγω των υψηλών θερμοκρασιών που επικρατούν.
Παρενέργειες, όμως, μπορεί να προκύψουν και εξαιτίας των ελλιπών γνώσεων του ανθρώπου που αναλαμβάνει να πραγματοποιήσει την αφαίρεσή του.
«Όσοι σκοπεύουν να “σβήσουν” κάποιο τατουάζ για προσωπικούς, εργασιακούς ή κοινωνικούς λόγους, καλό είναι να απευθύνονται σε γιατρούς και όχι σε στούντιο tattoo. Και αυτό διότι είναι οι μόνοι που έχουν την ιατρική κατάρτιση που απαιτείται για να λάβουν υπόψη τους τη γενική υγεία και την κατάσταση του δέρματος, και για να αφήσουν ένα καθαρό δέρμα χωρίς ουλές, αλλαγές στην υφή, εγκαύματα και πληγές, τα οποία είναι συχνά όταν η αφαίρεση επιχειρείται από tattoo artists ή αισθητικούς», καταλήγει.