Αυτό διαπίστωσε μια έρευνα που διεξήγε η εταιρεία Elsevier η οποία βλέπει αυξημένο κίνδυνο στα παιδιά που δεν έχουν αδέρφια να γίνουν παχύσαρκα.
“Οι διατροφολόγοι οφείλουν να εξετάσουν την επιρροή της οικογένειας και των αδελφών για να παρέχουν κατάλληλη και προσαρμοσμένη στις ανάγκες της οικογένειας εκπαίδευση για τη διατροφή”, είπε η επικεφαλής συντάκτρια της μελέτης, Τσέλσι Λ. Κραχτ.
“Πρέπει να γίνουν προσπάθειες για την ενίσχυση της υιοθέτησης υγιών διατροφικών συνηθειών από τα παιδιά και τις οικογένειές τους“, δήλωσε η Σούζαν Σίσσον του Κέντρου Ιατρικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Οκλαχόμα.
Τα δεδομένα της συγκεκριμένης μελέτης βασίστηκαν σε αναφορές των μητέρων, οι οποίες κατέγραφαν όλα τα τρόφιμα που κατανάλωναν σε διάστημα τριών ημερών (δύο μέρες μέσα στην εβδομάδα και μία το Σαββατοκύριακο).
Οι δάσκαλοι είχαν αρχείο με όλα τα τρόφιμα που κατανάλωναν τα παιδιά στο σχολείο, ενώ οι μητέρες συμπλήρωσαν το ερωτηματολόγιο Οικογενειακής Διατροφής και Σωματικής Άσκησης προκειμένου να αξιολογηθούν οι επιλογές τροφών και αναψυκτικών στην οικογενειακή εστία.
Επίσης διαπιστώθηκε πως οι μητέρες που είχαν μόνο ένα παιδί ήταν πολύ πιθανό να είναι και οι ίδιες παχύσαρκες. Ακόμη σε αυτές τις περιπτώσεις, ο μητρικός Δείκτης Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) είχε πολύ μεγαλύτερη σχέση με τον ΔΜΣ και την περίμετρο της μέσης του παιδιού. Ο ΔΜΣ των μητέρων δεν φάνηκε να συμβάλλει στις διατροφικές συνήθειες των παιδιών αλλά έπαιζε κάποιο ρόλο στην κατανάλωση “κενών θερμίδων”.
Η έρευνα δεν εξέτασε τις διατροφικές συνήθειες των πατέρων αλλά έτσι κι αλλιώς τα αποτελέσματα αυτά επιβεβαιώθηκαν ανεξαρτήτως της οικογενειακής κατάστασης.
Ο χρόνος που τα παιδιά περνούσαν μακριά από το σπίτι όπως στο σχολείο δεν συνδέθηκε με τις διατροφικές τους συνήθειες. Αυτό παραπέμπει στο ότι οι όποιες διαφορές στις συμπεριφορές διατροφής προέρχονται μέσα από το σπίτι συμπεριλαμβανομένου διαφορών, όπως το πόσο συχνά μια οικογένεια τρώει μπροστά από την τηλεόραση και το πόσο καταναλώνει αναψυκτικά που περιέχουν ζάχαρη.
“Οι πιο υγιεινές διατροφικές συμπεριφορές μπορεί να είναι περισσότερο αποτέλεσμα των διατροφικών συνηθειών που ακολουθούνται στο σπίτι ενός παιδιού παρά αποτέλεσμα της παρατήρησης των συνηθειών των συνομηλίκων του”, είπε η Κραχτ.