Σε ευθεία αντίθεση με τις επιστημονικές οργανώσεις και εκατοντάδες μελέτες, Αμερικανός επιστήμονας υποστηρίζει ότι οι προειδοποιήσεις για τους κινδύνους που μπορεί να κρύβει η έκθεση του σώματος στην ηλιακή ακτινοβολία, δεν είναι παρά μια τεράστια «συνωμοσία» με μια ανησυχητική συνέπεια: την εξάπλωση της ηλιοφοβίας, δηλαδή ενός παθολογικού και παράλογου τρόμου, ο οποίος ωθεί τους ανθρώπους να αποφεύγουν την επαφή με τον ήλιο με αποτέλεσμα να στερείται ο οργανισμός την βιταμίνη D, μια οργανική χημική ένωση που μας προστατεύει από πολλές ασθένειες.
Ο επιστήμονας που υποστηρίζει αυτή την άποψη δεν είναι ένας εκκεντρικός επαγγελματίας του κλάδου του. Ο Μάικλ Χόλικ είναι επικεφαλής του Εργαστηρίου Βιταμίνης D, Δέρματος και Οστών, καθώς και του Κέντρου Γενικών Κλινικών Ερευνών, δυο ινστιτούτων στην ιατρική σχολή του πανεπιστημίου της Βοστόνης. Εχει υπογράψει πλήθος επιστημονικών μελετών, έχει βραβευθεί πολλές φορές και είναι συγγραφέας του μπεστ σέλερ «The Uv Advantage».
Ο Χόλικ ισχυρίζεται ότι η έκθεση στον ήλιο κάνει καλό στην υγεία, αρκεί να μην προκαλούνται εγκαύματα στο δέρμα. Ισχυρίζεται, επίσης, ότι η σχέση ανάμεσα στους κινδύνους και τα οφέλη της έκθεσης στον ήλιο, όπως και ανάμεσα στην ηλιακή ακτινοβολία και ορισμένους τύπους καρκίνων, δεν είναι τόσο γραμμική όσο υποστηρίζουν πολλοί συνάδελφοί του. Προς επίρρωση αυτής της θέσης, υποστηρίζει ότι τα μελανώματα εμφανίζονται κυρίως σε σημεία του σώματος που δεν εκτίθενται ιδιαίτερα στον ήλιο, όπως είναι η πλάτη, τα δάχτυλα των ποδιών, η βάση του κρανίου και στην εσωτερική πλευρά των άκρων του σώματος.
Επισημαίνει ακόμη ότι όσοι αναγκάζονται να εκτίθενται στον ήλιο για επαγγελματικούς λόγους εμφανίζουν λιγότερα μελανώματα από τους υπόλοιπους, ενώ παρουσιάζουν λιγότερα κρούσματα καρκίνου στους νεφρούς, τον προστάτη και τα πνευμόνια. Εξάλλου, σε εργαστηριακή μελέτη του Καρκινικού Κέντρου Md Anderson στο πανεπιστήμιο του Χιούστον τίθεται εν αμφιβόλω η σχέση ανάμεσα στην παρατεταμένη έκθεση σε υπεριώδεις ακτίνες και την εμφάνιση του μελανώματος. Σύμφωνα, τέλος, με στοιχεία από δορυφόρους της NASA, αν και η υπεριώδης ακτινοβολία παρουσίαζε αύξηση επί μια τριακονταετία, παραμένει σταθερή από τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Η στασιμότητα αυτή δεν συνάδει με την αύξηση των κρουσμάτων δερματικού καρκίνου που παρατηρείται την τελευταία δεκαετία.
Για τον καθηγητή Χόλικ η αύξηση των καρκίνων είναι πιθανότερο να οφείλεται στο γεγονός ότι αποφεύγουμε την έκθεση στον ήλιο όλο και περισσότερο. «Δεν υπάρχουν πειστικά στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι μια λογική, σταθερή και μετριοπαθής έκθεση στον ήλιο μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο. Αντίθετα, υπάρχει η υποψία ότι η αύξηση των δερματικών καρκίνων οφείλεται στο γεγονός ότι δεν καθόμαστε αρκετά στον ήλιο, ότι δεν το κάνουμε τακτικά και όταν το κάνουμε χρησιμοποιούμε φίλτρα που εμποδίζουν τον ήλιο να δουλέψει για την υγεία μας, δηλαδή να προκαλέσει τη σύνθεση της βιταμίνης D», εξηγεί σε συνέντευξή του στο περιοδικό L’Espresso.
Επισημαίνει, επίσης, ότι μόνο όταν πηγαίνουμε στη θάλασσα δεν αποφεύγουμε την έκθεση στον ήλιο και ότι αυτή η συνήθεια είναι πράγματι επικίνδυνη για το δέρμα μας. Εάν, όμως, εκθέτουμε το σώμα μας στον ήλιο όλο το χρόνο χωρίς φόβο και χωρίς υπερβολικά προστατευτικά φίλτρα, ο κίνδυνος ενός μελανώματος θα μειωνόταν πολύ. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, προσθέτει, έξι στους δέκα κατοίκους δεν έχουν αρκετή βιταμίνη D στον οργανισμό τους. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στις υπόλοιπες δυτικές χώρες, γεγονός που κάνει τους ειδικούς να μιλούν για επιδημία. «Όμως, ο ρόλος της βιταμίνης D είναι πολύ σημαντικός. Δρα ως ασπίδα απέναντι σε διάφορους τύπους καρκίνων, ενισχύσει το ανοσοποιητικό σύστημα, προστατεύει από τον διαβήτη, τις αλλαγές στη διάθεση, την υπέρταση, τη σχιζοφρένεια και μερικά αυτοάνοσα νοσήματα».
Για να ξαναβρούμε τη χαμένη βιταμίνη D, ο Μάικλ Χόλικ συστήνει να εκθέτουμε στον ήλιο το 25% του σώματός μας για τουλάχιστον δέκα λεπτά, δυο με τρεις φορές την εβδομάδα, άνοιξη, καλοκαίρι και φθινόπωρο. Ακόμη και το χειμώνα, όμως, πρέπει να παγιδεύουμε όσο περισσότερο ήλιο μπορούμε. Είναι εύκολο να υπολογίσουμε αυτό το 25% που συστήνει ο Αμερικανός καθηγητής: το πρόσωπο κατέχει το 9% της σωματικής επιφάνειας, όπως και κάθε χέρι. Η κοιλιακή χώρα, η πλάτη και κάθε πόδι κατέχουν από 18%.