Σημαντικό είναι το πρόβλημα της απώλειας μαλλιών κατά τους φθινοπωρινούς μήνες, με εκατομμύρια άνδρες και γυναίκες να αναζητούν τρόπους αποφυγής της τριχόπτωσης.
Παρότι οι αιτίες της απώλειας μαλλιών είναι πολλές, υπάρχουν έρευνες που δείχνουν ότι η υπεριώδης ακτινοβολία είναι επιβλαβής για τα ανθρώπινα κερατινοκύτταρα της επιδερμικής στιβάδας του δέρματος, καθώς και για εκείνα που σχετίζονται με τα τριχοθυλάκια.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Επιπλέον, η παρατεταμένη έκθεση στον καυτό ήλιο κατά τους καλοκαιρινούς μήνες προκαλεί την είσοδο ενός μεγαλύτερου από το κανονικό ποσοστού τριχοθυλακίων στη φάση της τελογένεσης γύρω στον Ιούλιο, με αποτέλεσμα οι τρίχες αυτές να αποβάλλονται περίπου τον Οκτώβριο ή τον Νοέμβριο.
«Τα τριχοθυλάκια έχουν έναν κύκλο ζωής που επηρεάζεται από διάφορους παράγοντες. Περίπου το 90% αυτών βρίσκεται στο στάδιο της ενεργού ανάπτυξης ή αναγέννησης, ενώ το υπόλοιπο 10% στο τελογενές, το οποίο διαρκεί περίπου δύο έως έξι μήνες. Κατόπιν οι τρίχες πέφτουν, για να ξαναρχίσει ο κύκλος από την αρχή.
Ωστόσο, οποιοδήποτε είδος σωματικού ή συναισθηματικού στρες, δύναται να διαταράξει τον κύκλο και να επισπεύσει την τελογενή φάση. Δύο έως έξι μήνες μετά από το γεγονός που προκάλεσε το στρες οι τρίχες αποβάλλονται ταυτόχρονα, με αποτέλεσμα ο ασθενής να αντιλαμβάνεται ότι έχει σοβαρή και εκτεταμένη τριχόπτωση.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Όμως, το πρόβλημα είναι μόνο παροδικό, αφού δεν προκαλείται μόνιμη βλάβη -με εξαίρεση τη μεγάλη διάρκεια της αιτίας που προκάλεσε την τριχόπτωση- ενώ σε λίγους μήνες τα μαλλιά φυτρώνουν και πάλι. Ουσιαστικά, δηλαδή, δεν είναι ένα ανησυχητικό φαινόμενο και για την αποφυγή του θα πρέπει να προστατεύεται το τριχωτό της κεφαλής από την υπεριώδη ακτινοβολία», εξηγεί ο Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου.
Όταν, όμως, το πρόβλημα επιμένει, ενδεχομένως η αιτία να είναι διαφορετική και να χρήζει διερεύνησης, προκειμένου να διατηρηθεί ο υπάρχων αριθμός τριχών.
Ο πιο συχνός τύπος τριχόπτωσης, τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες, είναι η ανδρογενής αλωπεκία, μια προοδευτική, μη ουλώδης μορφή που χαρακτηρίζεται από σταδιακή απώλεια τριχών και συχνά ξεκινάει αμέσως μετά από την εφηβεία.
Στους άνδρες συνήθως προσβάλλει την κροταφική και μετωπιαία περιοχή, καθώς και την κορυφή του τριχωτού της κεφαλής, ενώ στις γυναίκες το κεντρικό σημείο αυτής. Η προκύπτουσα τριχόπτωση έχει ιδιαίτερα έντονες ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένου του άγχους, της αυτοεικόνας και της αυτοπεποίθησης. Προκαλεί δε μείωση της ποιότητας ζωής των πασχόντων.
Είναι ανδρογονοεξαρτώμενη και περίπου το 80% οφείλεται σε γενετικούς παράγοντες. Σχετικές έρευνες έχουν αναδείξει πολλαπλές γενετικές παραλλαγές που ευθύνονται για τη συγκεκριμένη μορφή αλωπεκίας.
Τελευταία, ειδικοί ανθρωπογενετικής από το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Βόννης και από τη Διεπιστημονική Ερευνητική Μονάδα “Ζωή και Υγεία” του Πανεπιστημίου της πόλης, διερεύνησαν το βαθμό κατά τον οποίο σπάνιες γενετικές παραλλαγές μπορεί να συμβάλλουν σε αυτή τη διαταραχή.
Για τον σκοπό αυτό, ανέλυσαν τις γενετικές αλληλουχίες 72.469 ανδρών και εντόπισαν πέντε γονίδια που σχετίζονται με την πάθηση. Τα ευρήματα της ερευνητικής ομάδας παρέχουν επιπλέον αποδείξεις για 2 γονίδια που είχαν ενοχοποιηθεί σε παλαιότερες μελέτες (EDA2R, WNT10A) και αναδεικνύουν 3 νέα γονίδια κινδύνου (HEPH, CEPT1, EIF3F). Τα αποτελέσματα δημοσιεύθηκαν στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό Nature Communications.
Οι ερευνητές ελπίζουν ότι τα νέα αυτά δεδομένα θα βελτιώσουν την κατανόηση των αιτιών της τριχόπτωσης και θα διευκολύνουν τελικά την πρόβλεψη του κινδύνου και τη βελτίωση των θεραπευτικών πρωτοκόλλων.
«Οι τρέχουσες θεραπευτικές επιλογές και η πρόβλεψη του κινδύνου δεν είναι οι καλύτερες, γεγονός που καθιστά αναγκαία την έρευνα των γενετικών υποβάθρων της πάθησης.
Σήμερα, το μόνο όπλο στην αναχαίτιση της εξέλιξής της είναι η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία.
Εκτός από την κλινική εξέταση, η διενέργεια ψηφιακού τριχοριζογράμματος επιτρέπει την εύκολη εύρεση της ύπαρξης τριχόπτωσης, υπολογίζοντας όλες τις παραμέτρους ανάπτυξης των τριχών, όπως τον αριθμό των τριχοθυλακίων, την πυκνότητα των μαλλιών και του πάχους των τριχών. Είναι μια ταχύτατη, ακριβής και ανώδυνη διαδικασία, κατά την οποία δεν χάνονται τρίχες όπως συνέβαινε με το κλασικό τριχοριζόγραμμα.
Επιπλέον, ο έλεγχος του τριχωτού της κεφαλής με δερματοσκόπιο μπορεί να αποκαλύψει βλάβες που δεν είναι ανιχνεύσιμες με γυμνό μάτι. Όταν η κλινική εικόνα δεν είναι σαφής ή υπάρχει υποψία ύπαρξης και άλλων παθήσεων απαιτείται η διενέργεια βιοψίας του τριχωτού. Ταυτόχρονα, μπορεί να ζητηθούν αιματολογικές εξετάσεις, όπως για τα επίπεδα της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης και του σιδήρου, προκειμένου να αποκλειστούν άλλες αιτίες τριχόπτωσης.
Ορμονολογικές εξετάσεις δίνουν κυρίως απάντηση σε γυναίκες που έχουν και άλλα συμπτώματα της ανισορροπίας των ανδρογόνων, όπως για παράδειγμα ακμή ή ακανόνιστη έμμηνο ρύση.
Τέλος, ο έλεγχος μικροθρεπτικών στοιχείων μπορεί να αναδείξει ανεπαρκή ή κακή διατροφή, από την οποία μπορεί να προκύπτει η τριχόπτωση.
Όσον αφορά τη αντιμετώπιση, υπάρχουν φαρμακολογικές και μη φαρμακολογικές θεραπείες. Η ανταπόκριση στη φαρμακολογική αγωγή (τοπική ή από του στόματος) ποικίλλει, και εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την έγκαιρη έναρξή της. Στόχος όλων είναι τόσο η πρόληψη ή επιβράδυνση της αραίωσης των μαλλιών όσο και η αναγέννησή τους. Θα πρέπει δε να συνδυάζεται με τη θεραπεία των τυχόν συννοσηροτήτων που μπορούν να προκαλέσουν τριχόπτωση.
Από τις πιο επιτυχημένες μη φαρμακολογικές επιλογές είναι η θεραπεία με αυτόλογους αυξητικούς παράγοντες, που διεγείρει κύτταρα εντός των τριχοθυλακίων, με αποτέλεσμα την ενδυνάμωσή τους.
Είναι απολύτως φυσική, ανώδυνη, ασφαλής και αποτελεσματική μέθοδος ανάπλασης και αναγέννησής τους, που μέσω της ενδυνάμωσης των τριχών και της ενεργοποίησης της διαδικασίας ανάπτυξης αυτών συμβάλει στην πρόληψη της αραίωσης των μαλλιών αλλά και στη διατήρησής τους», καταλήγει ο δρ Χρήστος Στάμου.